29/6/08

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΞΙΟΠΙΣΤΙΑ
Χαράλαμπος Ανθόπουλος
Εφημερίδα "ΕΘΝΟΣ", 18/6/2008

Η προσωπική απόφαση του Γιώργου Παπανδρέου να ζητήσει το ΠΑΣΟΚ δημοψήφισμα για την έγκριση από το εκλογικό σώμα της μεταρρυθμιστικής Συνθήκης της Λισαβόνας δημιούργησε ένα πρόβλημα πολιτικής αξιοπιστίας του ΠΑΣΟΚ. Και αυτό επεσήμανε, με τη δημόσια διαφωνία του, ο Κώστας Σημίτης.
Από τη στιγμή που το ΠΑΣΟΚ ψήφισε στη Βουλή υπέρ της νέας Συνθήκης, τι νόημα έχει να καλέσει τον ελληνικό λαό να εγκρίνει πανηγυρικά... την κοινοβουλευτική σύμπραξη του ΠΑΣΟΚ και της Νέας Δημοκρατίας στην κύρωση της Συνθήκης; Αλλωστε, όπως δείχνει η γαλλική και η ολλανδική εμπειρία, στην περίπτωση διεξαγωγής ενός τέτοιου δημοψηφίσματος είναι πολύ πιθανόν η λαϊκή θέληση να εκφραστεί σε ένα άλλο επίπεδο, σε σχέση με το αντικείμενο του δημοψηφίσματος. Για παράδειγμα, στην Ελλάδα η διεξαγωγή «κυρωτικού» δημοψηφίσματος για τη Συνθήκη της Λισαβόνας θα ήταν μια πολύ ωραία ευκαιρία για να εκφραστεί η διάχυτη δυσθυμία απέναντι στον δικομματισμό. Αυτό δεν θα ήταν ίσως κακό, αλλά δεν φαίνεται ιδιαίτερα ορθολογικό να επιδιώκει κάτι τέτοιο το ΠΑΣΟΚ.
Περαιτέρω, είναι αμφίβολο κατά τη γνώμη μου αν υπάρχει συνταγματική βάση για τη διεξαγωγή ενός τέτοιου δημοψηφίσματος. Η συμμετοχή της Ελλάδας στις διαδικασίες της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης αποτελεί ασφαλώς το κατ εξοχήν «κρίσιμο εθνικό θέμα» για το οποίο μπορεί να προκηρυχθεί δημοψήφισμα, μόνον όμως ύστερα από πρόταση του Υπουργικού Συμβουλίου και απόφαση της απόλυτης πλειοψηφίας του όλου αριθμού των βουλευτών (άρθρο 44, παρ. 2, εδάφιο α Συντ.). Επειδή καμία τέτοια πρόθεση δεν έχει η Νέα Δημοκρατία, η μόνη δυνατότητα που απομένει είναι να θεωρηθεί το ζήτημα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης ως «σοβαρό κοινωνικό ζήτημα» και να ζητηθεί η διεξαγωγή δημοψηφίσματος για την έγκριση ή την απόρριψη του ψηφισθέντος από τη Βουλή νομοσχεδίου, με το οποίο κυρώθηκε η Συνθήκη της Λισαβόνας (άρθρο 44, παρ. 2, εδάφιο β Συντ.).
Να θυμίσουμε, όμως, εδώ ότι στις προπαρασκευαστικές εργασίες του άρθρου 44 ως παραδείγματα «σοβαρών κοινωνικών ζητημάτων» αναφέρθηκαν ο πολιτικός γάμος, η άμβλωση, η αποποινικοποίηση της μοιχείας. Σε αυτά θα μπορούσε να προστεθεί σήμερα και ο γάμος προσώπων του ίδιου φύλου. Η αρχική πρόθεση των συντακτών του άρθρου 44, παρ. 2, εδάφιου β Συντάγματος δεν ήταν πάντως να συμπεριλάβουν στα «σοβαρά κοινωνικά ζητήματα» και το ζήτημα της συμμετοχής της Ελλάδας στη διαδικασία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Αυτό είναι ένα πολύ πιο σοβαρό ζήτημα, είναι πράγματι ένα «κρίσιμο εθνικό θέμα» υπό την έννοια του άρθρου 44, παρ. 2, εδάφιου α Συντ.
Οι προηγούμενες πολιτικές και συνταγματικές ενστάσεις για την απόφαση του Γιώργου Παπανδρέου να ζητήσει τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος για τη Συνθήκη της Λισαβόνας επιδέχονται βέβαια και αυτές με τη σειρά τους πολιτικό και συνταγματικό αντίλογο. Το πρόβλημα είναι, όμως, ότι ένας τέτοιος ενδοκομματικός διάλογος, στον οποίο η διαφορετική αντίληψη από εκείνη του Γιώργου Παπανδρέου θα μπορεί να εκφραστεί δημόσια, ακόμη και με γνώμη ή και ψήφο μέσα στη Βουλή, δεν είναι πλέον δυνατός στο ΠΑΣΟΚ. Και, όμως, η μόνη δυνατότητα του Γιώργου Παπανδρέου να μεγιστοποιήσει την αποτελεσματικότητα του ΠΑΣΟΚ θα ήταν να αποδεχτεί την ελευθερία της κριτικής και της διαφωνίας μέσα στο ΠΑΣΟΚ.

ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ
Ξενοφών Ι. Κοντιάδης
Εφημερίδα "ΕΘΝΟΣ", 17/06/2008

Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι «εκτός μόδας». Τη θυμόμαστε συνήθως όταν κάποιος επίτροπος απειλεί με κυρώσεις ή παραπομπή στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο ή όταν έρχεται η ώρα των κοινοτικών χρηματοδοτήσεων. Όμως και η Ευρώπη μάλλον προσεγγίζει τους πολίτες της ως «οικονομικές μονάδες», που κυκλοφορούν, εργάζονται και καταναλώνουν ελεύθερα, αλλά κατ ουσίαν στερούνται πολιτικών και κοινωνικών δικαιωμάτων. Πρόκειται για το λεγόμενο δημοκρατικό και κοινωνικό έλλειμμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για την περιορισμένη δημοκρατική συμμετοχή στη λήψη των κοινοτικών αποφάσεων, την πολυδαίδαλη γραφειοκρατία των Βρυξελλών, την απουσία νομικά δεσμευτικών κοινωνικών εγγυήσεων σε επίπεδο ευρωπαϊκών θεσμών.
Διαπιστώνεται λοιπόν μία αμοιβαία αδιαφορία. Κλασικό παράδειγμα η Μεταρρυθμιστική Συνθήκη της Λισσαβόνας, που υπογράφηκε τον περασμένο Δεκέμβριο και κυρώθηκε από το ελληνικό Κοινοβούλιο την περασμένη εβδομάδα, αλλά πέρασε μάλλον απαρατήρητη στον δημόσιο διάλογο. Ελάχιστοι ενδιαφέρθηκαν πραγματικά για το περιεχόμενο της νέας Συνθήκης. Και όμως, αργά αλλά σταθερά, ολοένα περισσότερες κυριαρχικές αρμοδιότητες των εθνικών κρατών μεταφέρονται στα άδυτα των κοινοτικών οργάνων. Ολοένα μεγαλύτερο μέρος της νομοθεσίας αποφασίζεται εκτός εθνικών Κοινοβουλίων. Ήδη η πλειονότητα του ισχύοντος δικαίου παράγεται από την Ευρωπαϊκή Ένωση και απλώς ενσωματώνεται στην ελληνική έννομη τάξη. Όμως, λες και υπάρχει μία συνωμοσία σιωπής, η ελληνική κοινωνία, όπως και οι περισσότερες ευρωπαϊκές, ελάχιστα ενδιαφέρεται για την ευρωπαϊκή ενοποίηση.
Ερήμην των ευρωπαϊκών λαών και χωρίς εμπνευσμένη ηγεσία η Ευρώπη κινδυνεύει να παραμείνει ένα πολιτικά πολυδιασπασμένο, αλλά πολιτιστικά ομογενοποιούμενο «φρούριο», χάνοντας το κοινωνικό της πρόσωπο, όλες εκείνες τις κοινωνικές εγγυήσεις που τη διαφοροποιούν από το αμερικανικό μοντέλο του άκρατου οικονομικού φιλελευθερισμού. Ταυτόχρονα συρρικνώνονται σταδιακά θεμελιώδη ατομικά δικαιώματα, διαβρώνονται βασικές ελευθερίες, αποψιλώνονται κατακτήσεις για τις οποίες οι λαοί και οι εργαζόμενοι αγωνίστηκαν πολλές δεκαετίες. Πρωτίστως απουσιάζει η ουσιαστική δημοκρατική συμμετοχή κατά τη διαμόρφωση των μεγάλων πολιτικών αποφάσεων για το μέλλον της Ευρώπης και των λαών της. Την ίδια στιγμή η Ευρώπη είναι απούσα ως αυτόνομος παίκτης στη διεθνή σκακιέρα και σύρεται άφωνη πίσω από τις εκάστοτε επιλογές των ΗΠΑ σε ζητήματα εξωτερικής - αμυντικής πολιτικής.
Μήπως η απότομη διεύρυνση από τα 15 στα 27 κράτη-μέλη αποτέλεσε την ταφόπλακα της ιδέας μιας ισχυρής πολιτικής Ευρώπης; Πώς θα μπορούσε να εκδημοκρατιστεί το ευρωπαϊκό οικοδόμημα τη στιγμή που δεν είναι δυνατόν σήμερα να γίνεται λόγος για έναν ευρωπαϊκό δήμο, για κοινές αξίες, για μία ενιαία ευρωπαϊκή κοινωνία πολιτών; Πώς θα ενισχυθεί η δημοκρατία και θα προστατευθούν τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα όταν οι πολίτες δεν φαίνεται να έχουν συνειδητοποιήσει τις κοσμογονικές αλλαγές που συντελούνται; Πότε θα γίνει αντιληπτό ότι πολύ σύντομα οι διαδηλώσεις έξω από τα υπουργεία Οικονομίας ή Αγροτικής Ανάπτυξης ίσως να έχουν ελάχιστη σημασία, αφού οι αποφάσεις θα λαμβάνονται αλλού; Το μέλλον της Ευρώπης δεν είναι προκαθορισμένο και προαποφασισμένο, τουλάχιστον όπως σήμερα έχουν ακόμη τα πράγματα. Μία Ευρώπη δημοκρατική και κοινωνική δεν πρόκειται όμως να συγκροτηθεί εάν δεν αποφασίσουν οι πολίτες να συμμετάσχουν και να συγκαθορίσουν με τη στάση, ή με την αντίστασή τους, την ευρωπαϊκή φυσιογνωμία.

ΤΑ ΤΕΡΑΤΑ ΤΗΣ ΔΙΠΛΑΝΗΣ ΠΟΡΤΑΣ: ΔΙΑΔΗΛΩΤΕΣ ΚΑΙ ΠΑΙΔΟΦΙΛΟΙ
Γεώργιος Κατρούγκαλος
Το Βήμα, 08/06/2008

Οι φερόμενοι ως δράστες του κυκλώματος παιδικής πορνογραφίας είναι οικογενειάρχες σαν εμάς: ένας ψυχίατρος δημόσιου νοσοκομείου, ο οποίος απολογήθηκε ότι μελετούσε τα αρχεία της πορνογραφίας για επιστημονικούς σκοπούς, ένας καθηγητής του σχολείου, έως και ένας βοσκός με το λαπτοπ μέσα στα πρόβατα, σαν από παλιό αστείο του Χάρυ Κλυν. Ένας από τους ορισμούς της φρίκης, του αποτρόπαιου, είναι ακριβώς η απρόσμενη εμφάνιση κάτι οικείου σε ένα ανοίκειο περιβάλλον. Κεραυνοβολημένη ούρλιαζε η σύζυγος ενός από αυτούς: «Δεν ντρέπεσαι, έχεις και εσύ μικρά παιδιά...».
Η δημοσιοποίηση των ονομάτων αντλεί τη δύναμη της ακριβώς από αυτήν την αίσθηση της φρίκης: Η φωλιά του τέρατος είναι η διπλανή πόρτα. Κι αν συμβεί στο δικό μου παιδί; Θυμίζω ότι, κατά τους δημοσκόπους, ο πατέρας Μπους εξουδετέρωσε τον Δουκάκη στο μεταξύ τους «ντιμπέιτ» ρωτώντας τον εάν θα επέμενε να είναι ενάντια στην ποινή του θανάτου και για εκείνον που θα βίαζε και θα σκότωνε τις κόρες του. Δεν πρόκειται για επιχείρημα, αλλά για εκμετάλλευση του κοινού θυμικού όλων μας. Ποιος, πάνω από το ανθρώπινο, θα συγχωρούσε τον βιαστή και το φονιά του παιδιού του; Για το λόγο αυτό, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι μια δημοσκόπηση θα έδειχνε ότι η συντριπτική πλειονότητα είναι υπέρ της δημοσίευσης των ονομάτων των παιδόφιλων.
Το θέμα δεν είναι απλό. Ο σωφρονισμός και η επανένταξη δεν φαίνεται να είναι εύκολοι για ανθρώπους με σοβαρές ψυχολογικές διαταραχές/διαστροφές, όπως οι σεξουαλικοί εγκληματίες. Γι’αυτό, άλλες έννομες τάξεις, όπως η αμερικανική, προβλέπουν τον επ’αόριστο εγκλεισμό τους, μετά την έκτιση της ποινής, υπό αναγκαστική ψυχιατρική παρακολούθηση, συχνά για πολλές δεκαετίες. Για πολλούς η ελευθερία δεν έρχεται ποτέ. (Ο πιο ηλικιωμένος από αυτούς, 103 σήμερα ετών, δυσκολεύεται να παρακολουθήσει τις ψυχιατρικές συνεδρίες λόγω προβλημάτων μνήμης και ακοής…) Στη Βιρτζίνια το πολιτειακό κοινοβούλιο συζήτησε πρόταση για εθελοντικό ευνουχισμό ως εναλλακτική λύση στην ατέλειωτη κράτηση, όταν ένας από τους εγκλείστους αυτοακρωτηριάστηκε για να «εκβιάσει» την απελευθέρωσή του.
Ο νέος νόμος περιλαμβάνει και αυτός παρόμοια πρόβλεψη για «ψυχογενετήσια θεραπεία». Η κεντρική του, όμως, «καινοτομία» είναι η επίσημη διαπόμπευση των κατηγορουμένων. Είναι αναγκαία η καταδίκη στο δημόσιο λυντσάρισμα των ταμπλόιντ πριν από την ετυμηγορία του φυσικού δικαστή; Και μήπως θα πρέπει μετά να υποδεχθούμε, ως αποτελεσματικότερο μέσο, τον εθελοντικό (ή γιατί όχι, και τον αναγκαστικό) ευνουχισμό των «τεράτων της διπλανής πόρτας»; Κατά το νόμο, «η δημοσιοποίηση αποσκοπεί στην προστασία του κοινωνικού συνόλου, των ανηλίκων, των ευάλωτων ή ανίσχυρων πληθυσμιακών ομάδων".
Φαίνεται παράδοξο, αλλά αυτός που ενισχύεται, τελικά, δεν είναι η κοινωνία αλλά η κρατική εξουσία. Να γιατί: Από το διαφωτισμό και εδώ, ο νομικός μας πολιτισμός διαμορφώθηκε από τη θέσπιση φραγμών στην εξουσία των κατασταλτικών μηχανισμών του κράτους, είτε πρόκειται για δικαστικές εγγυήσεις, όπως το τεκμήριο αθωότητας και η μυστικότητα της ποινικής προδικασίας, είτε για εγγυήσεις ασφάλειας του προσώπου, όπως η απαγόρευση των βασανιστηρίων, της αυθαίρετης κράτησης και κάθε συμπεριφοράς αντίθετης στην ανθρώπινη αξία, ακόμη και για «καλό σκοπό». Διατάξεις όπως αυτή που συζητάμε, αναστρέφουν αυτήν την πορεία, πίσω προς το Μεσαίωνα. Οι υποτιθέμενες καλές προθέσεις για προστασία της κοινωνίας στρώνουν τον δρόμο για το Γκουντανάμο. Και αν αυτό σας φαίνεται υπερβολή, είναι γιατί δεν ξέρετε ότι ο ίδιος περιβόητος νόμος είναι που, αντισυνταγματικά και αντίθετα στην Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων, επέβαλε την καθολική παρακολούθηση του δημόσιου χώρου των συγκεντρώσεων και των διαδηλωτών, μέσω των καμερών του αμαρτωλού συστήματος C4I. Θα πρέπει να το περιμέναμε: όταν οι εγγυήσεις του Συντάγματος αναιρούνται για τους “ugly citizens” και οι υπόλοιποι δεν αντιδρούμε, αναπόφευκτα θα έρθει και η σειρά μας.
ΒΟΥΛΕΥΤΙΚΕΣ ΑΣΥΛΙΕΣ
Χαράλαμπος Ανθόπουλος
Εφημερίδα "ΕΘΝΟΣ", 4/6/2008

Η αγωγή του επιχειρηματία Ανδρέα Βγενόπουλου κατά του προέδρου του ΠΑΣΟΚ, Γιώργου Παπανδρέου, επανέφερε στην επικαιρότητα το ζήτημα των βουλευτικών ασυλιών.
Οπως είναι γνωστό, το ελληνικό Σύνταγμα κατοχυρώνει τόσο το «ανεύθυνο» του βουλευτή, δηλαδή την απαλλαγή του από οποιαδήποτε νομική ευθύνη για γνώμη ή ψήφο που έδωσε κατά την άσκηση των βουλευτικών του καθηκόντων, με εξαίρεση την περίπτωση της συκοφαντικής δυσφήμησης, για την οποία επιτρέπεται ποινική δίωξη, αλλά μόνο ύστερα από άδεια της Βουλής, όσο και το «ακαταδίωκτο» του βουλευτή, που σημαίνει ότι ποινική δίωξη, σύλληψη και φυλάκιση του βουλευτή για οποιοδήποτε έγκλημα δεν μπορεί να γίνει παρά μόνο ύστερα από άδεια της Βουλής, εκτός εάν πρόκειται για αυτόφωρο κακούργημα.
Σε μια περίοδο όπου είναι εμφανής η δυσθυμία της κοινής γνώμης για τα κόμματα και την «πολιτική τάξη», οι βουλευτικές ασυλίες δεν είναι ιδιαίτερα δημοφιλείς. Δεν πρέπει όμως να ξεχνάμε ότι οι βουλευτικές ασυλίες ήταν αυτές που γέννησαν τον κοινοβουλευτισμό και ειδικότερα στην Ευρώπη το κοινοβουλευτικό σύστημα. Μάλιστα, το «ανεύθυνο» του βουλευτή υπήρξε το αφετηριακό σημείο για την κατοχύρωση της ελευθερίας του λόγου όλων των πολιτών.
Πάντως, θα πρέπει να διακρίνουμε ανάμεσα στο «ανεύθυνο» και το «ακαταδίωκτο». Οσον αφορά το «ακαταδίωκτο», η ρύθμιση του άρθρου 62 του ελληνικού Συντάγματος δεν είναι απροβλημάτιστη, αφού επιτρέπει στη Βουλή να αρνείται την άδεια για άσκηση ποινικής δίωξης ακόμη και για πράξεις που δεν έχουν καμία σχέση με την πολιτική δραστηριότητα του εγκαλούμενου βουλευτή - και σχεδόν πάντοτε όλες οι σχετικές αιτήσεις απορρίπτονται. Υπάρχουν περιθώρια και χωρίς την αναθεώρηση του άρθρου 62 να αλλάξει αυτή η κοινοβουλευτική πρακτική, ώστε να μη δημιουργούνται προβλήματα σε σχέση με τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, το οποίο θεωρεί ότι η πρακτική αυτή παραβιάζει το δικαίωμα δικαστικής προστασίας.Αντίθετα, το «ανεύθυνο» του βουλευτή, όχι μόνο δεν επιδέχεται μια στενότερη ερμηνεία, όπως θα ήθελε ίσως το Δικαστήριο του Στρασβούργου, αλλά επιβάλλεται να ερμηνεύεται «διασταλτικά». Με άλλα λόγια, δεν πρέπει να γίνεται αντιληπτό ως εξαίρεση από την αρχή της ισότητας ενώπιον του νόμου, αλλά ως θεμελιώδης αρχή του συνταγματισμού. Κατ αρχάς, όπως γίνεται δεκτό στην ελληνική επιστήμη, το «ανεύθυνο» αποκλείει και την αστική ευθύνη. Μόνο εάν υπάρξει έγκληση του θιγομένου προκειμένου να ασκηθεί ποινική δίωξη κατά του βουλευτή για συκοφαντική δυσφήμηση και χορηγηθεί στη συνέχεια η σχετική άδεια της Βουλής, τότε μπορεί να ασκηθεί και αγωγή ενώπιον των πολιτικών δικαστηρίων. Αρα, η αγωγή του Ανδρέα Βγενόπουλου δεν θα περάσει καν τη φάση του «παραδεκτού». Στη φάση αυτή και σε οποιαδήποτε άλλη δεν εννοείται φυσικά παραίτηση του Γιώργου Παπανδρέου από το «ανεύθυνο»: δεν πρόκειται για προσωπικό του δικαίωμα, αλλά για «αντικειμενική» αρχή που υπάρχει χάριν της αυτονομίας της Βουλής. Και όλα αυτά θα ίσχυαν, ακόμη κι αν οι σχετικές δηλώσεις του Γιώργου Παπανδρέου είχαν γίνει εκτός Βουλής. Σε θέματα δημοσίου ενδιαφέροντος (πολιτικού, οικονομικού, δικαστικού κ.λπ.), τα οποία αποτελούν αντικείμενο και κοινοβουλευτικών συζητήσεων, το «ανεύθυνο» του βουλευτή ισχύει τόσο intra moenia όσο και extra moenia.

ΠΡΟΚΡΙΜΑΤΙΚΕΣ ΚΟΜΜΑΤΙΚΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ
Ξενοφών Ι. Κοντιάδης

Εφημερίδα "ΕΘΝΟΣ", 3/06/2008

Η αντιπαράθεση Ομπάμα-Κλίντον για το χρίσμα των Δημοκρατικών στις ΗΠΑ πλησιάζει στο τέλος της. Πρόκειται για μία εσωκομματική σύγκρουση με αρκετές ακραίες στιγμές και χτυπήματα κάτω από τη ζώνη. Όμως, όσα μειονεκτήματα και αν μπορεί να προσάψει κανείς στο αμερικανικό μοντέλο δημοκρατίας, οφείλει πάντως να αναγνωρίσει ότι κατά την ανάδειξη των υποψήφιων προέδρων οι εκλογικές διαδικασίες είναι ανοιχτές για όλους τους πολίτες. Αντίθετα, στη χώρα μας ένα παρεμφερές σύστημα εκλογής αρχηγού-υποψήφιου πρωθυπουργού δοκιμάστηκε μόλις πρόσφατα, στην κομματική αναμέτρηση για την αρχηγία του ΠΑΣΟΚ στις 11 Νοεμβρίου. Είχε βέβαια προηγηθεί η εκλογή του Γ. Παπανδρέου με άμεση ψηφοφορία τον Φεβρουάριο του 2004, με δημοψηφισματικό όμως χαρακτήρα, καθώς την ψήφο των μελών και φίλων του κόμματος είχε διεκδικήσει μόνον ένας υποψήφιος.
Πέρασαν ήδη περισσότεροι από έξι μήνες από εκείνη την εσωκομματική αναμέτρηση, γεγονός που επιτρέπει μία πιο νηφάλια και αποστασιοποιημένη αξιολόγησή της. Ανεξάρτητα από τις επιφυλάξεις που διατυπώθηκαν τότε σχετικά με το κατά πόσον τηρήθηκε στην πράξη η «ισότητα των όπλων» μεταξύ των υποψηφίων, ωστόσο αναμφίβολα αποτέλεσε ένα μεγάλο βήμα για την ανάπτυξη της εσωκομματικής δημοκρατίας. Σε μια εποχή έντονης αποϊδεολογικοποίησης, αποπολιτικοποίησης και απομάκρυνσης των πολιτών από τα κόμματα, η συμμετοχή περίπου 700.000 ατόμων στις εσωκομματικές εκλογές συνιστά ένα επιτυχημένο πείραμα, που εάν διευρυνόταν και έβρισκε μιμητές θα μπορούσε να συμβάλει στην αναζωογόνηση του κομματικού συστήματος.
Μήπως ωστόσο θα ήταν σκόπιμο να ενισχυθεί η εσωκομματική δημοκρατία με νομοθετική παρέμβαση; Η απάντηση είναι ότι το Σύνταγμα προτρέπει μεν τα κόμματα να οργανώνονται με δημοκρατικό τρόπο, όμως κυρίαρχη αρχή αποτελεί η ελάχιστη παρέμβαση στην εσωκομματική τους λειτουργία. Η επιλογή αυτή έχει μια ιστορική εξήγηση, δηλαδή τις μεσοπολεμικές και μετεμφυλιακές, αυταρχικές απαγορεύσεις στην πολιτική και κομματική ζωή. Η εύλογη δυσπιστία απέναντι σε οποιαδήποτε κρατική παρέμβαση στην κομματική ζωή δεν σημαίνει, πάντως, ότι τα χέρια του νομοθέτη είναι δεμένα, καθώς θα μπορούσε να θεσπίσει κίνητρα για τα κόμματα που επιλέγουν να εφαρμόσουν διαδικασίες προκριματικών εκλογών και άμεσης ανάδειξης του αρχηγού τους ή και των υποψήφιων βουλευτών τους. Ένα τέτοιο κίνητρο θα αποτελούσε ιδίως η επιπρόσθετη χρηματοδότησή τους. Η πρόταση αυτή δικαιολογείται ειδικά ως προς την εκλογή αρχηγού, ένα ζήτημα που δεν αφορά μόνο τα κόμματα, αλλά και μία σειρά σημαντικών κρατικών λειτουργιών.
Μια τέτοια νομοθετική ρύθμιση εμπεριέχει πρωτίστως μία ισχυρή συμβολική δύναμη με ευρύτερες πολιτικές και αξιακές προεκτάσεις. Άλλωστε, σε τελική ανάλυση, η αξία της διασφάλισης της εσωκομματικής δημοκρατίας για τη λειτουργία του πολιτεύματος δεν αποτιμάται με οικονομικούς όρους. Ο περιορισμός των ολιγαρχικών-γραφειοκρατικών τάσεων στη λειτουργία των κομμάτων αποτελεί κρίσιμη παράμετρο για την αναβάθμιση του πολιτικού και κομματικού μας συστήματος.

ΛΥΣΗ ΜΕ ΑΝΑΤΡΟΠΗ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΙΚΟΥ ΣΚΗΝΙΚΟΥ
Κώστας Χρυσόγονος
Εφημερίδα "ΕΘΝΟΣ", 2/6/2008

Η συνταγματική αναθεώρηση του Μαΐου 2008 ήταν η πιο ανούσια σε όλη την ελληνική συνταγματική ιστορία. Από τις δεκάδες διατάξεις, την αναθεώρηση των οποίων πρότειναν αρχικά οι βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας, μόνο τέσσερις συγκέντρωσαν τελικά την απαιτούμενη πλειοψηφία των 180 βουλευτών. Εξάλλου αυτές οι ελάχιστες διατάξεις (άρθρο 57, για την κατάργηση του ασυμβίβαστου της βουλευτικής ιδιότητας με επαγγελματικές δραστηριότητες, άρθρο 79, για τη δυνατότητα της Βουλής να τροποποιεί τον προϋπολογισμό, άρθρο 101, για την προστασία των νησιωτικών περιοχών, που υφίστατο ούτως ή άλλως ως ερμηνευτική δήλωση, και άρθρο 115, για την κατάργηση ανεπίκαιρων πια μεταβατικών ρυθμίσεων) έχουν εντελώς περιθωριακή σημασία και έτσι η ολοκλήρωση της αναθεώρησης πέρασε σχεδόν απαρατήρητη. Η ουσιαστική αποτυχία του αναθεωρητικού διαβήματος ήταν, άλλωστε, προδιαγεγραμμένη από τις αρχές του 2007, όταν το ΠΑΣΟΚ αποχώρησε από τη διαδικασία σε ένδειξη διαμαρτυρίας για διάφορες κυβερνητικές μεθοδεύσεις στις αρμόδιες κοινοβουλευτικές επιτροπές. Από το σημείο εκείνο και μετά οι προοπτικές σύγκλισης μεταξύ της Νέας Δημοκρατίας (κατ επέκταση και του ΛΑΟΣ), αφενός, και των κομμάτων της Αριστεράς, αφετέρου, ήταν τόσο ισχνές, ώστε να μη μένει καμιά αμφιβολία για το πενιχρό αποτέλεσμα της αναθεωρητικής διαδικασίας.
Η συναίνεση μεταξύ των δύο μεγάλων κομμάτων είχε στηρίξει αντίθετα την προηγούμενη ευρεία, αν και μάλλον αβαθή, συνταγματική αναθεώρηση του 2001, όταν είχαν τροποποιηθεί, άλλο λιγότερο κι άλλο περισσότερο, πάνω από το ένα τρίτο των ισχυόντων τότε άρθρων του Συντάγματος. Αξιοσημείωτο είναι ότι η πραγματική αιτία της περσινής αποχώρησης του ΠΑΣΟΚ δεν ήταν η διαφωνία του προς τις προτάσεις της Νέας Δημοκρατίας, αλλά η συμφωνία του (ή τουλάχιστον η συμφωνία της ηγεσίας του) προς αυτές, κατά το σημαντικότερο μέρος των τελευταίων.
Με άλλες λέξεις, η αποχώρηση συνιστούσε μεθόδευση συγκάλυψης των πραγματικών επιλογών του ηγετικού πυρήνα του ΠΑΣΟΚ, ιδίως ως προς την αναθεώρηση του ιδεολογικά εμβληματικού άρθρου 16 του Συντάγματος, επιλογών οι οποίες τον έφεραν σε αντίθεση με μεγάλο τμήμα της κομματικής βάσης και ιδίως τη νεολαία. Μην έχοντας την ικανότητα να πείσει τους διαφωνούντες για την ορθότητα της ίδρυσης ιδιωτικών πανεπιστημίων (η οποία υποκρυπτόταν κάτω από την εύσχημη αλλά άτοπη διατύπωση για «μη κρατικά»), αλλά ούτε και το σθένος να υποστηρίξει τις θέσεις της έως το τέλος της αναθεωρητικής διαδικασίας, η ηγεσία του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης βρήκε ως σωσίβιο τη συνολική αποχώρηση από την αναθεωρητική διαδικασία και τη μη συμμετοχή έκτοτε σε αυτήν. Το ιδεολογικό και πολιτικό αδιέξοδο του ΠΑΣΟΚ οδήγησε έτσι στο αναθεωρητικό ναυάγιο.
Μικρό το κακό πάντως. Το πραγματικό πρόβλημα δεν είναι τόσο το υπάρχον Σύνταγμα, όσο η αδυναμία ή και η απροθυμία του πολιτικού συστήματος να διασφαλίσει την εφαρμογή του, όπως και γενικά την εφαρμογή των νόμων. Λύση συνεπώς μπορεί να αναμένεται όχι κυρίως μέσω συνταγματικής αναθεώρησης, αλλά μέσω μιας μελλοντικής ανατροπής του σημερινού πολιτικού σκηνικού.