28/3/09

ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΣΤΗΝ ΚΡΙΣΗ
Ναπολέων Μαραβέγιας
Ελευθεροτυπία, 28.3.2009

Η οικονομική κρίση, η οποία ξεκίνησε από τις ΗΠΑ ως χρηματοπιστωτική κρίση και εξελίχθηκε γρήγορα ως κάμψη της οικονομικής δραστηριότητας, φαίνεται να παίρνει διαστάσεις πραγματικής οικονομικής ύφεσης σε παγκόσμια κλίμακα.
Για την αντιμετώπιση αυτής της κατάστασης, οι κυρίαρχες φιλελεύθερες αρχές παραμερίζονται. Τα Κράτη επανέρχονται όχι μόνο ως βασικοί παίκτες στην οικονομία της ελεύθερης αγοράς, αλλά ως καταφύγια για τη σωτηρία του συστήματος, μέσω της πραγματοποίησης δαπανών, καταναλωτικών και επενδυτικών, για τον περιορισμό της ύφεσης, προφανώς δανειζόμενα από όσους διαθέτουν ρευστότητα, δηλαδή κυρίως από τις αναδυόμενες οικονομίες.(Κίνα). Οι Κεντρικές Τράπεζες μειώνουν δραστικά τα επιτόκια και παροτρύνουν το τραπεζικό σύστημα για να συνεχίσει να τροφοδοτεί την οικονομία με δάνεια προκειμένου να ενισχυθεί η οικονομική δραστηριότητα.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες, ιδίως μετά την εκλογή των Δημοκρατικών, διοχετεύουν τεράστια ποσά στην οικονομία για την στήριξη οικονομικών κλάδων και μεγάλων επιχειρήσεων, ενώ αναμένεται αύξηση των δαπανών για την υγεία και την εκπαίδευση. Ο Πρόεδρος Ομπάμα μιλάει για μια ευκαιρία που αναδύεται μέσα στην κρίση για μια περισσότερο δίκαιη κατανομή του εισοδήματος στις ΗΠΑ για ένα καινούργιο New Deal μετά από μια μεγάλη περίοδο διεύρυνσης των ανισοτήτων ενώ το έλλειμμα του ομοσπονδιακού προϋπολογισμού αναμένεται να ξεπεράσει το 10% του ΑΕΠ των ΗΠΑ για το 2009.

Τι κάνει η Ευρωπαϊκή Ένωση μπροστά σε όλα αυτά ;
Κάθε χώρα – μέλος προσπαθεί με τα δικά της μέσα να αντιμετωπίσει την οικονομική κρίση μέσα σ’ ένα πλαίσιο κοινών κανόνων δημοσιονομικής διαχείρισης. Το ζήτημα είναι ότι οι χώρες που έχουν ήδη υψηλό χρέος και μεγάλα ελλείμματα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών και ανήκουν στη ζώνη του Ευρώ, ενώ χρειάζονται δημοσιονομική χαλάρωση για να αντιμετωπίσουν την κρίση, είναι υποχρεωμένες να περιορίσουν τις δαπάνες τους επειδή διεθνείς χρηματαγορές δεν έχουν εμπιστοσύνη στην δυνατότητα αποπληρωμής των δανείων που συνάπτουν και συνεπώς επιβάλλουν υψηλότερα επιτόκια σε σύγκριση με χώρες με μικρότερο χρέος. Είναι προφανές ότι, το κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα ενώ προφυλάσσει τις χώρες αυτές από συναλλαγματικές περιπέτειες, δεν αρκεί για να αντιμετωπίσει τη σημερινή οικονομική κρίση.
Σήμερα περισσότερο από ποτέ άλλοτε είναι αναγκαίος ένας πραγματικός κοινός προϋπολογισμός. Ένας κοινός προϋπολογισμός στο πλαίσιο μιας οικονομικής ένωσης, όπου όλοι οι πολίτες της Ευρώπης θα συνεισφέρουν και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα μπορεί να ασκεί τον κυρίαρχο ρόλο του στην κατανομή των δαπανών αυτού του κοινού Ευρωπαϊκού προϋπολογισμού με κοινούς κανόνες διαχείρισης. Δεν πρέπει εξάλλου να λησμονείται το γεγονός ότι στις ΗΠΑ δημιουργήθηκε ομοσπονδιακός προϋπολογισμός μετά την κρίση του 1929 προκειμένου να απαντήσει στα προβλήματα που δημιουργήθηκαν.
Η χαλάρωση του ορίου του 3% του ΑΕΠ του δημοσιονομικού ελλείμματος με αύξηση κυρίως των επενδυτικών δαπανών από τα κράτη – μέλη είναι αναγκαία αλλά όχι επαρκής συνθήκη για την έξοδο από την κρίση, τουλάχιστον των λιγότερο ισχυρών οικονομιών, διότι κάθε δημοσιονομική χαλάρωση «τιμωρείται» από τις διεθνείς χρηματαγορές με αύξηση των επιτοκίων δανεισμού. Το γεγονός, ότι οι χώρες αυτές ευθύνονται για τη μη συνετή οικονομική διαχείριση και την διστακτική πολιτική διαρθρωτικών αλλαγών που ακολούθησαν τα προηγούμενα χρόνια επωφελούμενα από τη «θαλπωρή» του κοινού νομίσματος, δεν αλλάζει τη σημερινή πραγματικότητα.
Είναι γεγονός ότι η σημερινή πολιτική συγκυρία δεν ευνοεί μια συζήτηση για οικονομική ένωση που θα συμπλήρωνε την νομισματική ενοποίηση, δηλ. για τη δημιουργία Ευρωπαϊκής Οικονομικής Διακυβέρνησης. Όμως έστω και ένα πρόπλασμα κοινής δράσης με τη δημιουργία ενός κοινού ταμείου αλληλεγγύης και την έκδοση ευρωπαϊκών ομολόγων θα ήταν μια σημαντική εξέλιξη. Θα αποτελούσε μια Ευρωπαϊκή απάντηση στην σημερινή κρίση και θα ενίσχυε την εσωτερική συνοχή της Ευρωπαϊκής Ένωσης που σήμερα δοκιμάζεται επικίνδυνα.