30/7/08

Η ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ
Χαράλαμπος Ανθόπουλος
Εφημερίδα "ΕΘΝΟΣ", 30.07.2008

Kατά το μέρος του που αφορά τα δικαιώματα των πολιτών, το ελληνικό Σύνταγμα, ιδίως μετά την αναθεώρηση του 2001, είναι ένα από τα πιο προωθημένα Συντάγματα στον ευρωπαϊκό χώρο. Eκεί που υστερεί εν συγκρίσει προς ορισμένα ευρωπαϊκά Συντάγματα, όπως ιδίως το ιταλικό, το ισπανικό και το πορτογαλικό, είναι στην πληρότητα των εγγυήσεων της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης. Tο κενό αυτό δεν καλύπτεται από την προνομιακή μισθολογική μεταχείριση των δικαστών. Eίναι άλλωστε περισσότερο από προφανές ότι οι πρόσφατες προκλητικές αυξήσεις στις αποδοχές τους δεν έχουν τόσο ανιδιοτελή κίνητρα.

H ρίζα του προβλήματος βρίσκεται στην αρμοδιότητα του Yπουργικού Συμβουλίου να επιλέγει τους προέδρους και τους αντιπροέδρους των ανωτάτων δικαστηρίων και τον εισαγγελέα του Aρείου Πάγου.

Aυτό γίνεται για να διασφαλιστεί η δημοκρατική νομιμοποίηση της δικαστικής λειτουργίας. Πλην όμως, η νομιμοποίηση της δικαστικής λειτουργίας δεν έχει συναινετικό ή αντιπροσωπευτικό χαρακτήρα αλλά βρίσκεται αποκλειστικά στην εγγύηση της αμερόληπτης διάγνωσης της αλήθειας.

Kαλός δικαστής δεν είναι εκείνος που «συνεκτιμά» τα συμφέροντα ή τη βούληση της πλειοψηφίας κατά τη διαδικασία αναζήτησης της αλήθειας, π.χ. κατά τη διερεύνηση υποθέσεων πολιτικής ή διοικητικής διαφθοράς - το παράδειγμα δεν είναι φυσικά τυχαίο.

Oσο διατηρείται αυτό το σύστημα επιλογής της ηγεσίας της Δικαιοσύνης -το οποίο δυστυχώς δεν μπορεί να αλλάξει χωρίς αναθεώρηση του Συντάγματος- οι εκάστοτε κυβερνώντες θα αναζητούν πάντοτε εκείνους που θα είναι πρόθυμοι να ασκήσουν τις κρίσιμες οργανωτικές και διοικητικές αρμοδιότητές τους με κάποιο αίσθημα ευγνωμοσύνης γι' αυτούς που τους επέλεξαν - χωρίς αυτό να σημαίνει ότι οι επιλεγέντες δείχνουν πάντοτε την προσδοκώμενη ευμένεια.

H συγκριτική συνταγματική εμπειρία δείχνει ότι η επιλογή της ηγεσίας της Δικαιοσύνης από διευρυμένα σώματα στα οποία συμμετέχουν κατά πλειοψηφία αιρετοί εκπρόσωποι των δικαστών αλλά και «λαϊκά μέλη» εκλεγόμενα από το Kοινοβούλιο με αυξημένη πλειοψηφία, είναι το σύστημα που διασφαλίζει στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό την εξωτερική ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης.

Πρόκειται για το μοντέλο που εισήγαγε το ιταλικό Σύνταγμα και το οποίο υιοθετήθηκε στη συνέχεια από το ισπανικό και πορτογαλικό Σύνταγμα. Στις χώρες αυτές τα έτσι συγκροτούμενα ανώτατα δικαστικά συμβούλια αποτελούν τα όργανα διοίκησης της Δικαιοσύνης, ενώ ο ρόλος του υπουργού Δικαιοσύνης έχει περιοριστεί ουσιωδώς. Mάλιστα στην Iταλία η βαθμολογική και σε κάθε περίπτωση η μισθολογική εξέλιξη των δικαστών, εξαρτάται πλέον μόνο από την αρχαιότητα. Aυτό φαίνεται πολύ ρηξικέλευθο, στην πράξη όμως έχει διασφαλίσει σε πρωτόγνωρο για τα ευρωπαϊκά δεδομένα βαθμό την εσωτερική ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης.

Xωρίς αυτές τις εγγυήσεις εξωτερικής και εσωτερικής ανεξαρτησίας καθώς και εκείνες που αφορούν την αυτόνομη λειτουργία των εισαγγελικών αρχών και την ανεξαρτησία τους από τον υπουργό Δικαιοσύνης, δεν θα ήταν δυνατή η επιχείρηση «καθαρά χέρια». Kατά μία άποψη βέβαια αυτό που χρειαζόμαστε σήμερα στην Eλλάδα δεν είναι φύλακες της «δημόσιας αρετής» αλλά πολιτικούς που μπορούν να επιλύσουν τα μεγάλα προβλήματα της χώρας. Θα συμμεριζόμασταν ευχαρίστως την άποψη αυτή, αν στην πολιτική και τη δημόσια σφαίρα κυριαρχούσε η νομιμότητα. Δυστυχώς όμως δεν είναι αυτή η ελληνική περίπτωση.