8/6/10

ΑΡΓΕΝΤΙΝΙΚΟ ΤΑΝΓΚΟ
Ξενοφών Κοντιάδης
Εφημερίδα "ΕΘΝΟΣ", 8.6.2010

Η χρεοκοπία της οικονομίας και οι αποκαλύψεις για πολιτική διαφθορά συμπαρασύρουν το σύνολο της πολιτικής τάξης στη γενική κατακραυγή. Η οργή της κοινωνίας για τη βίαιη συρρίκνωση του βιοτικού επιπέδου, σε συνάρτηση με τον πλουτισμό πολιτικών διά της μίζας, στρέφεται εναντίον του πολιτικού προσωπικού, ανεξαρτήτως κομματικής προέλευσης. Στο πλαίσιο αυτό η πορεία της κυβέρνησης Παπανδρέου εξαρτάται κατά βάση από δύο παραμέτρους, δηλαδή από την επιτυχία των πολιτικών για τη διάσωση της οικονομίας και από τη διαχείριση των σκανδάλων. Εάν, πάντως, τα επώδυνα μέτρα αποδειχθούν αναποτελεσματικά και η κατακρήμνιση της οικονομίας συνεχιστεί, τότε η αποδυνάμωση του ΠΑΣΟΚ είναι απολύτως προβλέψιμη, ακόμη και αν ο Γ. Παπανδρέου αποφασίσει να λειτουργήσει ως Ροβεσπιέρος.
Ωστόσο από μια τέτοια εξέλιξη δεν θα επωφεληθεί το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, παρότι επέλεξε τον ανακόλουθο δρόμο να μην υπερψηφίσει τους όρους υπαγωγής στον μηχανισμό στήριξης. Οι ευθύνες της Νέας Δημοκρατίας για την κατάντια της χώρας αποδείχθηκαν τόσο βαριές ώστε όσες επικοινωνιακές προσπάθειες διαφοροποίησης από την καραμανλική περίοδο και αν καταβάλει ο νέος αρχηγός της, η ταύτιση στο «εκλογικό υποσυνείδητο» θα διαρκέσει επί μακρόν.
Το μοναδικό πολιτικό κόμμα που όχι απλώς δεν φαίνεται να υφίσταται τη φθορά του κομματικού συστήματος, αλλά ίσως τελικά βγει ενισχυμένο, είναι ο ΛΑΟΣ. Το εκλογικό του ακροατήριο, δηλαδή αγανακτισμένοι ψηφοφόροι από χαμηλά και μικρομεσαία κοινωνικά στρώματα, διευρύνεται σταθερά. Τα ρατσιστικά και ξενοφοβικά σύνδρομα εντείνονται ως παράπλευρη συνέπεια της οικονομικής κρίσης, ενώ η απαξίωση των κομμάτων εξουσίας προσφέρει κατάλληλο έδαφος για τον ακροδεξιό, λαϊκιστικό του λόγο.
Από την άλλη πλευρά, διασώζεται το ΚΚΕ, που επέδειξε μια συνεπή, αντισυστημική περιχαράκωση απέναντι στο πολιτικό σύστημα. Αυτήν τη στάση ευφυώς προβάλλει εσχάτως ακόμη πιο προκλητικά, ακριβώς για να καταστεί σαφέστερη η διαφοροποίηση από τα υπόλοιπα κόμματα. Όσο για τον ΣΥΡΙΖΑ, η παρατεταμένη εσωστρέφεια και πολυγλωσσία, σε συνάρτηση με την αδυναμία άρθρωσης αξιόπιστων εναλλακτικών προτάσεων για έξοδο από την κρίση, δεν επιτρέπουν ευοίωνες προβλέψεις.
Μεγάλος κερδισμένος, όπως αναδεικνύεται στις έρευνες κοινής γνώμης, εμφανίζεται το «κόμμα του Κανένα», που έπειτα από δύο χρόνια επανακάμπτει ως πρώτη προτίμηση και, πιθανόν, αυτήν τη φορά ήρθε για να μείνει. Η εκλογική δυναμική του ΠΑΣΟΚ, που είχε ξεκινήσει στα τέλη του 2008, μοιάζει, λόγω της δημοσιονομικής κατάρρευσης και της κυβερνητικής φθοράς, να έχει κλείσει τον κύκλο της. Ο ασκός του Αιόλου άνοιξε, δικαίως ή αδίκως, για παλαιά και νέα κυβερνητικά στελέχη, τροφοδοτώντας ένα νέο κυνήγι μαγισσών και δημόσιας διαπόμπευσης, που επενεργεί ως αντίδοτο στη σημερινή οικονομική ένδεια και στην αξιακή μιζέρια της ελληνικής κοινωνίας αλλά και στη μαζική κατάθλιψη που προκάλεσε το απότομο τέλος της καταναλωτικής ευφορίας. Οικονομική-αξιακή χρεοκοπία και κομματική απαξίωση σφιχταγκαλιάζονται σε ένα αργεντίνικο τανγκό, εξακτινώνοντας τις αβεβαιότητες για το μέλλον της χώρας.

1/6/10

ΠΟΛΙΤΙΚΗ "ΟΜΕΡΤΑ";
Ξενοφών Κοντιάδης
Εφημερίδα "ΕΘΝΟΣ", 1.6.2010

Ο Τάσος Μαντέλης βάλλεται πανταχόθεν επειδή διέρρηξε τη συνωμοσία σιωπής που επικρατεί στην πολιτική τάξη σχετικά με τη χρηματοδότησή της από ιδιωτικά κέντρα οικονομικής ισχύος. Και μάλιστα προχώρησε στην ομολογία ότι εισέπραξε χρήματα για να καλύψει προεκλογικές ανάγκες, τη στιγμή ακριβώς που η κρίση αντιπροσώπευσης και νομιμοποίησης της πολιτικής είχε ήδη λάβει απρόβλεπτες διαστάσεις, ως αποτέλεσμα ιδίως της οικονομικής χρεοκοπίας.
Τι είπε όμως ο Τ. Μαντέλης, που δεν ήταν προ πολλού γνωστό; Το πρόβλημα του πολιτικού χρήματος στην Ελλάδα έχει επισημανθεί κατ’ επανάληψη και όλα τα κόμματα έχουν καταθέσει προτάσεις για την αντιμετώπισή του, μεταξύ των οποίων και η τροποποίηση του εκλογικού συστήματος, την οποία εξήγγειλε η κυβέρνηση, με βασικό επιχείρημα τη διαφάνεια στις εκλογικές δαπάνες και τη μείωση της εξάρτησης των βουλευτών από επιχειρηματικά κέντρα που τους χρηματοδοτούν, άμεσα ή έμμεσα.
Ο Τ. Μαντέλης μίλησε ανοιχτά για κάτι που όλοι γνωρίζουν και κανείς δεν παραδέχεται. Ότι, δηλαδή, οι πολιτικοί είναι αναγκασμένοι, στο πλαίσιο του εκλογικού ανταγωνισμού, να δέχονται «δώρα» από την ιδιωτική οικονομία. Αυτές οι «χορηγίες» τους δημιουργούν, ενδεχομένως, απροσδιόριστες δεσμεύσεις έμμεσης υποστήριξης των επιχειρηματικών επιδιώξεων των χρηματοδοτών τους.
Τα όρια μεταξύ της θεωρούμενης ως ανεκτής και μη ανεκτής στήριξης των ιδιωτικών αυτών συμφερόντων εμφανίζονται στην πράξη θολά και αδιευκρίνιστα. Δεν παύουν, βέβαια, οι εν λόγω πρακτικές να είναι καταφανώς αντίθετες στη νομιμότητα, στην ηθική, σε οποιαδήποτε έννοια δεοντολογίας. Παρ’ όλα αυτά συνεχίζουν εδώ και πολλές δεκαετίες να αποτελούν παγιωμένο μηχανισμό εκλογικής χρηματοδότησης. Και σε μεγάλο βαθμό όλα τα προηγούμενα συνιστούν την αιτία που δεν ανανεώνεται επαρκώς το πολιτικό προσωπικό, αφού όποιος αρνείται να αποδεχθεί τους όρους αυτού του εκλογικού παιχνιδιού κατά κανόνα δεν έχει καμία τύχη στην πολιτική.
Το πολιτικό και κομματικό μας σύστημα έχει οικοδομηθεί λοιπόν σε σαθρά θεμέλια. Οι αθέμιτες συναλλαγές, σε πολλαπλά επίπεδα, αποτελούν τον κανόνα. Η υποκρισία και η συνενοχή, αυτή η ιδιότυπη πολιτική «ομερτά», συνιστούν τις προϋποθέσεις για την αυτοσυντήρηση και την αναπαραγωγή του πολιτικού προσωπικού. Ωστόσο από την καφενειακού τύπου κουβέντα «όλοι τα παίρνουν» μέχρι τη δημόσια παραδοχή ενός κατ’ επανάληψη υπουργού και βουλευτή ότι «τα πήρε», η απόσταση είναι αβυσσαλέα.
Ο Μαντέλης ήδη διαπομπεύεται, προτού να ριφθεί στην πυρά. Η χριστιανική ρήση «ο αναμάρτητος πρώτος τον λίθον βαλέτω» δεν φαίνεται πως θα τον σώσει. Πρόκειται για τη μοίρα όσων παραβιάζουν την ομερτά. Όμως η στιγμή της δημόσιας ομολογίας του Μαντέλη θα μείνει στην Ιστορία. Τίποτα πλέον δεν μπορεί να είναι όπως πριν. Αν δεν υπάρξουν το ταχύτερο ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις στους κανόνες λειτουργίας του πολιτικού παιχνιδιού, τότε δεν αποκλείεται σύντομα να σαρωθεί στο σύνολό του το σημερινό πολιτικό προσωπικό ή και να καταρρεύσει το πολιτικό σύστημα.