13/1/09

ΝΕΕΣ ΙΣΟΡΡΟΠΙΕΣ
Ξενοφών Κοντιάδης
Εφημερίδα "ΕΘΝΟΣ", 13.1.2009

Το 2008 σημαδεύθηκε από την κρίση του δικομματισμού. Στις δημοσκοπήσεις της περασμένης χρονιάς αποτυπώθηκε η αποδοκιμασία προς τα κόμματα εξουσίας, καθώς τα εκλογικά τους ποσοστά έφτασαν σε αρκετές έρευνες κοινής γνώμης να κινούνται συνολικά κάτω από το 55% των ψηφοφόρων, στοιχείο πρωτοφανές για τη μεταπολιτευτική περίοδο. Την ίδια στιγμή στον δημόσιο διάλογο κορυφώθηκαν οι αναλύσεις περί μετάβασης σε ένα νέο κομματικό σύστημα. Βέβαια η μείωση της εκλογικής επιρροής των κομμάτων εξουσίας δεν ήταν τυχαία. Εντάσσεται σε ένα πλαίσιο καθολικής απαξίωσης βασικών θεσμών της σύγχρονης αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας - κυβέρνηση, Κοινοβούλιο, πολιτικά κόμματα, δημόσια διοίκηση, δικαιοσύνη, συνδικαλιστικές οργανώσεις.
Κατεξοχήν απέναντι στα κόμματα καταγράφεται η πεποίθηση του συντριπτικά μεγαλύτερου τμήματος της κοινωνίας, ότι δεν διαθέτουν ούτε τη βούληση ούτε την ικανότητα να προωθήσουν τον εκσυγχρονισμό του κράτους και τη βελτίωση των όρων διαβίωσης των πολιτών. Ολα τα προηγούμενα τροφοδοτούνται περαιτέρω από την οικονομική κρίση, τη συμπίεση των μεσαίων στρωμάτων, τα φαινόμενα της ανεργίας των νέων και του κοινωνικού αποκλεισμού, αλλά και από την παρατεταμένη ένταση στο εκπαιδευτικό σύστημα, με διαρκείς καταλήψεις σχολείων και πανεπιστημίων κατά τα τελευταία δύο χρόνια. Κυρίως όμως η κοινωνική δυσαρέσκεια διογκώθηκε από τα σκάνδαλα οικονομικής και πολιτικής διαφθοράς. Αλλωστε αυτή ακριβώς η δυσθυμία απέναντι στο πολιτικό σύστημα σε συνδυασμό με τις σοβαρές ανεπάρκειες στην κοινωνική και εκπαιδευτική πολιτική αποτέλεσαν το εκρηκτικό μείγμα που οδήγησε στην κοινωνική εξέγερση του Δεκεμβρίου, με σπινθήρα τη δολοφονία του 15χρονου μαθητή. Κι όμως, μέσα στη συσσωρευμένη αποδοκιμασία απέναντι στην πολιτική τάξη, εμφανίζονται σαφή δείγματα ανάκαμψης του δικομματισμού. Το σημαντικότερο δείγμα είναι η άνοδος της εκλογικής δύναμης της αξιωματικής αντιπολίτευσης, αργά αλλά σταθερά, από τον περασμένο Σεπτέμβριο. Ενώ λοιπόν επί έναν ολόκληρο χρόνο η δύναμη των δύο κομμάτων εξουσίας εμφανιζόταν να φθίνει κατά τρόπο αναλογικό, σταδιακά το ΠΑΣΟΚ ενισχύεται, έχοντας άλλωστε ξεπεράσει την οξεία ενδοκομματική αντιπαράθεση, με αποτέλεσμα ο κομματικός ανταγωνισμός να επανέρχεται στη φυσιολογική τροχιά κάθε δικομματικού συστήματος: Η εκλογική φθορά του κυβερνώντος κόμματος διοχετεύεται ιδίως στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, το οποίο αποκτά υπεροχή στον μεσαίο χώρο και κυριαρχεί στην παράσταση νίκης. Καθοριστικό ρόλο σε αυτή την εξέλιξη διαδραμάτισε η αδυναμία του ΣΥΡΙΖΑ να μετεξελιχθεί από κόμμα διαμαρτυρίας σε κόμμα θέσεων.
Η κρίση των πολιτικών κομμάτων και η δυσθυμία απέναντι στους πολιτικούς θεσμούς δεν αποτελούν ελληνική ιδιοτυπία. Τις συναντάμε περίπου σε όλες τις σύγχρονες κοινοβουλευτικές δημοκρατίες. Πρόκειται, ωστόσο, για ένα κυκλικό φαινόμενο, που εκδηλώνεται με περιοδική έξαρση των αρνητικών τάσεων έναντι του κομματικού συστήματος. Οι τάσεις αυτές αντιστρέφονται, όταν οι πολίτες αναγνωρίσουν την αναγκαιότητα νέων ισορροπιών και επανατοποθετηθούν θετικά απέναντι σε εκείνους τους κομματικούς σχηματισμούς που φαίνεται να εξασφαλίζουν εχέγγυα στοιχειωδώς αποτελεσματικής διαχείρισης των κρατικών λειτουργιών και κοινωνικής αναπαραγωγής. Αυτό τον παράδοξο πολιτικό κύκλο φαίνεται να διαγράφει σήμερα το ελληνικό κομματικό σύστημα, καθώς η κορύφωση της αποδοκιμασίας απέναντι στους πολιτικούς θεσμούς συμβαδίζει με τάσεις αναβίωσης του δικομματισμού. Πολλά εξαρτώνται πλέον από την ικανότητα του ΠΑΣΟΚ να πείσει ότι μπορεί να εισφέρει ένα νέο μοντέλο άσκησης της κυβερνητικής εξουσίας.