26/8/09

ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΩΝ ΚΡΙΣΕΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ
Χαράλαμπος Ανθόπουλος
Εφημερίδα "ΕΘΝΟΣ", 26.8.2009

Όπως έχει σωστά παρατηρηθεί, στη σημερινή εποχή «ο πραγματικά δημόσιος χώρος είναι ο χώρος των μεγάλων κινδύνων» και το κράτος γίνεται αντιληπτό, περισσότερο από ποτέ άλλοτε, «ως διαχειριστής των κρίσεων, δηλαδή ως εγγυητής ασφάλειας... από την προστασία της ζωής και της περιουσίας απέναντι στο έγκλημα, απέναντι στην πυρκαγιά, απέναντι στον σεισμό ή σε οποιαδήποτε άλλη ανθρώπινη ή φυσική απειλή, μέχρι την ομαλή λειτουργία της αγοράς...». (Ευ. Βενιζέλος, Το μέλλον της δημοκρατίας και η αντοχή του Συντάγματος, 2003, Αθήνα, Εκδ. Πόλις, σελ. 43).
Δεν είναι έτσι τυχαίο ότι και η σύγχρονη συνταγματική σκέψη προσανατολίζεται πλέον όχι μόνο προς το ιδεώδες της ελευθερίας αλλά και προς το ιδεώδες της ασφάλειας και προβάλλει ως θεμελιώδες καθήκον του κράτους την προστασία του πολίτη από κάθε είδους κοινωνικούς, τεχνολογικούς, περιβαλλοντικούς, υγειονομικούς ή εγκληματικούς κινδύνους. Μάλιστα, σε ορισμένα Συντάγματα, όπως το ελληνικό, η προστατευτική λειτουργία του κράτους απέναντι σε τέτοιους κινδύνους τυποποιείται και ως συνταγματικό καθήκον. Αυτό είναι, μεταξύ άλλων, το νόημα του άρθρου 25 παρ. 1 εδ. β του Συντάγματός μας, το οποίο ορίζει ότι όλα τα κρατικά όργανα υποχρεούνται να διασφαλίζουν την αποτελεσματικότητα των θεμελιωδών δικαιωμάτων.
Η εκπλήρωση του καθήκοντος αυτού έχει καταστεί πλέον βασικό κριτήριο της πολιτικής και συνταγματικής αξιολόγησης της ικανότητας των κυβερνήσεων να υπηρετούν το «γενικό καλό», το οποίο στην περίπτωση των οικολογικών κρίσεων περιλαμβάνει και τα δικαιώματα των μελλοντικών γενεών. Είχε γίνει ήδη φανερό από τις πυρκαγιές της Πελοποννήσου το 2007 ότι η κυβέρνηση της ΝΔ δεν ανταποκρίνεται με επάρκεια στην αντιμετώπιση τέτοιων κινδύνων. Το εκλογικό σώμα δεν της καταλόγισε τότε πολιτική ευθύνη, δίνοντας στον Κ. Καραμανλή, -σε αυτόν κυρίως- μια δεύτερη εντολή. Οι φετινές πυρκαγιές που κατέκαυσαν τα δάση της Βορειανατολικής Αττικής έδειξαν ότι η κυβέρνηση της ΝΔ δεν βελτίωσε σε τίποτε τις επιδόσεις της στον τομέα αυτόν.
Σωστά έχει δοθεί ιδιαίτερη σημασία στο «λάθος εκτίμησης» των επιτελών του Πυροσβεστικού Σώματος σχετικά με την επικινδυνότητα της πυρκαγιάς που εκδηλώθηκε το βράδυ της Παρασκευής στη χαράδρα του Γραμματικού και από την οποία ξεκίνησε το μεγάλο κακό. Υπήρξαν όμως και «λάθη πολιτικής» που έχουν να κάνουν με την έλλειψη του απαραίτητου αριθμού πυροσβεστικών αεροπλάνων, την οργάνωση και τον ρόλο της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας, την ανεπαρκή κρατική χρηματοδότηση των εθελοντικών οργανώσεων που δραστηριοποιούνται στην πρόληψη και κατάσβεση δασικών πυρκαγιών, τη μη ενίσχυση του Πυροσβεστικού Σώματος, μολονότι αυτό έχει πλέον και την ευθύνη της δασοπυρόσβεσης. Θα ήταν λοιπόν ανεπίτρεπτη η αναζήτηση καθώς και ο καταλογισμός ευθυνών μόνο στο επίπεδο των διοικητικών οργάνων. Άλλωστε, στο ελληνικό συνταγματικό-διοικητικό σύστημα τα πολιτικά όργανα -δηλαδή οι υπουργοί- έχουν άμεση πολιτική ευθύνη ακόμη και για τα «λάθη διαχείρισης» των υφισταμένων τους οργάνων. Ωστόσο, η φετινή καταστροφή υπερβαίνει το επίπεδο της υπουργικής ευθύνης. Σε περιπτώσεις σαν κι αυτήν ανακύπτει ζήτημα πολιτικής ευθύνης του ίδιου του πρωθυπουργού.

25/8/09

ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΕΙΑ
Ξενοφών Κοντιάδης
Εφημερίδα "ΕΘΝΟΣ", 25.8.2009

Ας παραδεχτούμε επιτέλους ότι η μεταναστευτική πολιτική στη χώρα μας, από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 μέχρι σήμερα, έχει αποτύχει παταγωδώς σε όλα τα επίπεδα. Κατ αρχάς η πολιτεία έχει αποτύχει να ελέγξει τα διογκούμενα κύματα αντικανονικών μεταναστών που εκβάλλουν καθημερινά στην ελληνική επικράτεια. Εχει, επίσης, αποτύχει να υποδεχθεί σε στοιχειωδώς ανθρώπινες συνθήκες τους εξαθλιωμένους πολιτικούς πρόσφυγες και οικονομικούς μετανάστες.
Εχει αποτύχει να συγκροτήσει σοβαρούς μηχανισμούς αξιολόγησης κάθε ατομικής περίπτωσης, να χορηγήσει άσυλο σε εκείνους που κατά το Σύνταγμα το δικαιούνται και να οργανώσει αξιόπιστες λύσεις για την επαναπροώθηση στις χώρες προέλευσης ή σε άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης όσων προβλέπονται από διεθνείς και κοινοτικές ρυθμίσεις. Εχει αποτύχει να θεσπίσει ένα ορθολογικό σύστημα νομιμοποίησης και αξιοποίησης των μεταναστών, ώστε να μεγιστοποιηθούν τα οφέλη από τη συμμετοχή τους στην οικονομική και κοινωνική ζωή. Εχει αποτύχει ακόμα και να μετρήσει πόσοι είναι σήμερα οι νόμιμα και πόσοι οι παράνομα διαμένοντες μετανάστες στη χώρα μας, αφού οι διάσπαρτες συναρμόδιες διοικητικές υπηρεσίες δεν έχουν καταλήξει σε κοινά αποτελέσματα.
Ταυτόχρονα η ελληνική κοινωνία σταδιακά έχει αναπτύξει ρατσιστικά και ξενοφοβικά χαρακτηριστικά, ξεχνώντας ότι μέχρι πριν από μερικές δεκαετίες η Ελλάδα αποτελούσε χώρα μαζικής εκροής μεταναστών. Αυτή η κοινωνία κατά πλειοψηφία φαίνεται ότι πλέον επιδοκιμάζει, ρητά ή σιωπηρά, τις βάναυσες «επιχειρήσεις - σκούπα», αποδέχεται το τεκμήριο επικινδυνότητας που σε πολλές περιπτώσεις έχει θεσπιστεί νομοθετικά για τους μετανάστες, δεν αντιδρά μπροστά σε εικόνες φρίκης που παρουσιάζουν οι συνθήκες κράτησης και η εξευτελιστική μεταχείριση των υποτιμητικά αποκαλούμενων λαθρομεταναστών. Στο πλαίσιο αυτό, δεν είναι μόνο τα δεξιά και ακροδεξιά πολιτικά κόμματα, αλλά και κόμματα που αντλούν ψηφοφόρους από τον λεγόμενο μεσαίο χώρο, που επιλέγουν να διευρύνουν στον προγραμματικό πολιτικό τους λόγο τις αναφορές σε αυστηροποίηση των μεθόδων καταστολής και ποινικοποίησης του μεταναστευτικού φαινομένου.
Οι μεταναστευτικές ροές προς τη χώρα μας δεν πρόκειται να σταματήσουν, αντίθετα θα ενισχυθούν περαιτέρω όσο εντείνονται οι συνθήκες ακραίας φτώχειας, περιβαλλοντικής υποβάθμισης και πολεμικών συγκρούσεων σε περιοχές της Αφρικής και της Κεντρικής Ασίας. Το πρόβλημα δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί ούτε με τη μετατροπή της χώρας μας σε φρούριο και τη διόγκωση των μηχανισμών καταστολής που παραβιάζουν κάθε έννοια δικαιώματος και ανθρώπινης αξιοπρέπειας για τους μετανάστες, ούτε με έναν ρητορικό, δημαγωγικά ηθικολογικό και συνάμα καταγγελτικό λόγο, που φαίνεται να αγνοεί ότι οι δυνατότητες υποδοχής μεταναστών δεν είναι απεριόριστες ούτε μπορεί να είναι ανεξέλεγκτες.
Η μεταναστευτική πολιτική αποτελεί, λοιπόν, άλλο ένα πεδίο στο οποίο η ελληνική πολιτεία αδυνατεί να σχεδιάσει και να εφαρμόσει το αυτονόητο. Είναι κατ αρχάς αυτονόητο ότι η πολιτική εξουσία και κάθε κρατικό όργανο οφείλει να τηρεί το πλαίσιο που θέτει το Σύνταγμα και οι διεθνείς δεσμεύσεις, προστατεύοντας τα δικαιώματα κάθε ανθρώπου που βρίσκεται στην ελληνική επικράτεια. Οφείλει να ενσωματώσει τους μετανάστες στην ελληνική κοινωνία, σεβόμενο τις πολιτιστικές και θρησκευτικές τους ιδιαιτερότητες. Οφείλει να υλοποιήσει μια γενναιόδωρη πολιτική αναπτυξιακής και ανθρωπιστικής βοήθειας προς στις χώρες προέλευσης μεταναστών. Οφείλει, σε τελική ανάλυση, να ανακόψει τον εκκολαπτόμενο μετασχηματισμό του ελληνικού κράτους σε μια σκοτεινή, ρατσιστική δημοκρατία.

18/8/09

ΚΑΘΑΡΣΗ ΓΙΑ SIEMENS
Κώστας Χρυσόγονος
Εφημερίδα ΕΘΝΟΣ, 18.8.2009

Το πρόσφατο ένταλμα του Ειρηνοδικείου Μονάχου για την επιβολή ποινής στον πρώην διευθύνοντα σύμβουλο της εταιρείας Siemens στην Ελλάδα θέτει κρίσιμα ζητήματα σχετικά με τον τρόπο λειτουργίας του πολιτικού μας συστήματος. Εάν και εφόσον το ιστορικό που εκτίθεται στο ένταλμα αυτό (συνοδευόμενο από συγκεκριμένες αναφορές σε πρόσωπα, κόμματα, ημερομηνίες και ποσά) αληθεύει, τότε ενδέχεται οι ηγετικοί μηχανισμοί των δύο μεγάλων κομμάτων να λειτούργησαν, τουλάχιστον κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα 2003 - 2006, ως εγκληματικές οργανώσεις κατά την έννοια του άρθρου 187 παρ. 3 του Ποινικού Κώδικα. Και τούτο διότι είναι δύσκολο να πιστέψει κανείς ότι οι κατονομαζόμενοι στο γερμανικό ένταλμα ταμίες των δύο κομμάτων συμφώνησαν να εισπράξουν παράνομα, για λογαριασμό των κομμάτων αυτών, ποσά ύψους δεκάδων εκατομμυρίων ευρώ χωρίς να έχουν προηγουμένως ενημερώσει τους αντίστοιχους αρχηγούς.
Αλλωστε τις αντιπαροχές προς τη Siemens, δηλαδή τη λήψη ακόμη και παράνομων, αλλά ευνοϊκών για τη γερμανική εταιρεία, αποφάσεων από Ελληνες δημόσιους λειτουργούς στους τομείς του επιχειρηματικού της ενδιαφέροντος, μάλλον, δεν μπορούσαν να τις εξασφαλίσουν οι ίδιοι οι ταμίες παρά μόνο η άσκηση συντονισμένης πίεσης εκ μέρους των κομματικών ηγεσιών.
Ολα αυτά θα έπρεπε να ερευνηθούν εξονυχιστικά από την ελληνική ποινική Δικαιοσύνη, αν αυτή λειτουργούσε ως όφειλε, και όχι να τα πληροφορούμαστε μέσω Γερμανίας. Το μόνο (άρσιμο) συνταγματικό εμπόδιο σε μια τέτοια διερεύνηση θα ήταν η απαίτηση παροχής άδειας από τη Βουλή για τη δίωξη των εμπλεκομένων προσώπων, εφόσον τα πρόσωπα αυτά έχουν σήμερα τη βουλευτική ιδιότητα, σύμφωνα με το άρθρο 62 παρ. 1 του Συντάγματος.
Αντίθετα δεν τίθεται καν θέμα υπαγωγής τέτοιων συμπεριφορών στο ανεύθυνο του βουλευτή (άρθρο 61 παρ. 1 του Συντάγματος), αφού δεν πρόκειται για γνώμη ή ψήφο που έδωσαν κατά την άσκηση των βουλευτικών τους καθηκόντων. Ούτε και η ποινική προστασία των υπουργών (και πρωθυπουργών) κατά το άρθρο 86 του Συντάγματος μπορεί όμως να βρει εφαρμογή εδώ, επειδή η δωροληψία, το ξέπλυμα βρώμικου χρήματος και οι λοιπές αξιόποινες πράξεις, τις οποίες αφήνει να εννοηθούν το γερμανικό ένταλμα, δεν τελέσθηκαν από τα ανωτέρω πρόσωπα υπό την ιδιότητά τους ως πρωθυπουργού, υπουργού ή βουλευτή, αλλά υπό την ιδιότητα του αρχηγού ή του ταμία πολιτικού κόμματος.
Το πρόβλημα όμως, ή μάλλον ένα από τα τεράστια προβλήματα που αντιμετωπίζει η παράξενη ελληνική δημοκρατία των γόνων, είναι ότι η ποινική Δικαιοσύνη στη χώρα μας ούτε λειτουργεί γενικά όπως θα ταίριαζε σε ένα ευνομούμενο ευρωπαϊκό κράτος δικαίου ούτε είναι πραγματικά ανεξάρτητη. Ετσι λοιπόν το ενδεχόμενο να βρεθούν λειτουργοί της Θέμιδος τόσο τολμηροί ώστε να ζητήσουν από τη Βουλή την άρση της βουλευτικής ασυλίας κορυφαίων πολιτικών προσώπων, προκειμένου να διερευνηθούν οι τυχόν ευθύνες τους για το σκάνδαλο Siemens, είναι μάλλον ανύπαρκτο.
Η κάθαρση, αν υπάρξει κάποτε, θα πρέπει να προέλθει από τον κυρίαρχο λαό.

11/8/09

ΓΚΡΕΜΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ
Ξενοφών Κοντιάδης
Εφημερίδα "ΕΘΝΟΣ", 11.8.2009

Η απόφαση του ΠΑΣΟΚ να μπλοκάρει την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας, προκειμένου να προκηρυχθούν πρόωρες εκλογές, κατέστησε για αρκετές ημέρες πρωτοσέλιδο τον διάλογο των συνταγματολόγων σχετικά με το κατά πόσον η απόφαση αυτή είναι θεμιτή ή συνιστά συνταγματική εκτροπή. Από μια άποψη η συζήτηση αυτή χαρακτηρίζεται χρήσιμη, αφού επανέφερε στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας την υποχρέωση της πολιτικής εξουσίας και όλων των κρατικών οργάνων να τηρούν το Σύνταγμα ως θεμελιώδες πλαίσιο οργάνωσης της πολιτείας. Από την άλλη πλευρά, όμως, εύλογα τίθεται το ερώτημα γιατί δεν τυγχάνει της ίδιας προσοχής μια σειρά αδιαμφισβήτητων παραβιάσεων της συνταγματικής τάξης, οι οποίες σωρεύονται τις τελευταίες εβδομάδες.
Είναι αξιοσημείωτο ότι όλες αυτές οι παραβιάσεις θίγουν θεμελιώδη δικαιώματα, τα οποία προστατεύουν κάθε άνθρωπο απέναντι στην κρατική αυθαιρεσία, με πρόσχημα την ενίσχυση της ασφάλειας. Ωστόσο η εξυπηρέτηση της ασφάλειας δεν μπορεί να νομιμοποιήσει την κατεδάφιση των εγγυήσεων του κράτους δικαίου.
Οι συνταγματικές ελευθερίες δεν συμβαδίζουν με τη σταδιακή συγκρότηση ενός αστυνομικού κράτους, το οποίο παρακολουθεί τους πάντες, αδιακρίτως, συλλέγει στοιχεία χωρίς να δίνει λόγο πουθενά, θεωρεί κάθε άνθρωπο με ορισμένα χαρακτηριστικά εκ προοιμίου ύποπτο ή και ένοχο, απελαύνει νόμιμους μετανάστες ή αιτούντες άσυλο χωρίς σαφή αιτιολογία και εισβάλλει στην ιδιωτική ζωή απρόκλητα και απροειδοποίητα. Εάν γίνουν δεκτές τέτοιου τύπου παραβιάσεις εν ονόματι της ασφάλειας, τότε το επόμενο βήμα θα μπορούσε να είναι η αυθαίρετη είσοδος των δυνάμεων καταστολής σε κατοικίες, οι κατά βούληση συλλήψεις, ανακρίσεις και προσωρινές κρατήσεις, η αστυνομική βία επί δικαίους και αδίκους και η καταπάτηση του τεκμηρίου αθωότητας και των εγγυήσεων της δίκαιης δίκης.
Η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα επεσήμανε, κατά τα τέλη Ιουλίου, ότι με τη νομοθετική ρύθμιση για την 24ωρη λειτουργία καμερών καταστρατηγείται η συνταγματικά κατοχυρωμένη προστασία των προσωπικών δεδομένων, ενώ, όπως προκύπτει από τη διεθνή εμπειρία, τα μέτρα αυτά δεν έχουν καμία ουσιαστική συμβολή στην αντιμετώπιση της εγκληματικότητας. Επίσης σε άλλη γνωμοδότησή της αποδεικνύει ότι ο νέος νόμος για την τήρηση αρχείου γενετικού υλικού (DNA) δεν εναρμονίζεται με τις επιταγές του Συντάγματος.
Είχε προηγηθεί η ποινικοποίηση της κουκούλας, που θίγει το δικαίωμα συνάθροισης των πολιτών, η κατάργηση του τεκμηρίου αθωότητας για μετανάστες που κατηγορούνται για εγκληματικές ενέργειες και πλέον απελαύνονται άμεσα, αλλά και οι αμφίβολης συνταγματικότητας ρυθμίσεις για την «ονομαστικοποίηση» των καρτοκινητών. Οι περισσότερες από τις προηγούμενες νομοθετικές πρωτοβουλίες εκδηλώθηκαν με τροπολογίες σε άσχετα νομοσχέδια και δίχως να ληφθούν υπόψη οι αιτιάσεις που διατυπώθηκαν από διακεκριμένους συνταγματολόγους, ανεξάρτητες αρχές και οργανώσεις πολιτών. Είναι πλέον επιβεβλημένο να αναδειχθεί ότι βρισκόμαστε μπροστά στην κατεδάφιση του Συντάγματος. Ο νομοθέτης παραβιάζει συστηματικά τον πυρήνα ατομικών ελευθεριών και προλειαίνει το έδαφος για τη μετατροπή της δημοκρατίας σε αυταρχικό καθεστώς.

10/8/09

ΥΠΟΒΑΘΜΙΖΟΥΝ ΤΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ
Κώστας Χρυσόγονος
Εφημερίδα "ΕΘΝΟΣ", 10.8.2009

Στην έκθεσή της «Ζωντανός Πλανήτης 2008» η έγκυρη διεθνής περιβαλλοντική οργάνωση WWF κατέταξε την Ελλάδα στην 11η χειρότερη θέση παγκοσμίως, σε ό,τι αφορά το συνολικό οικολογικό της αποτύπωμα, και στη 2η θέση σε ό,τι αφορά ειδικότερα τη διαχείριση των υδάτινων πόρων. Με άλλες λέξεις, παρά το γεγονός ότι το Σύνταγμα (άρθρο 24 παρ. 1) διακηρύσσει ότι «η προστασία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος αποτελεί υποχρέωση του κράτους και δικαίωμα του καθενός», στην πράξη η κρατική πολιτική οδηγεί στο αντίθετο ακριβώς αποτέλεσμα, δηλαδή στη διαρκή υποβάθμιση του περιβάλλοντος, έως ότου φτάσουμε στην ερημοποίηση της χώρας μας.
Η καταστρεπτική αυτή πολιτική έχει δυστυχώς ασκηθεί και συνεχίζει να ασκείται από εκλεγμένες κυβερνήσεις, με σκοπό να αποσπάσουν βραχυπρόθεσμα οφέλη και αδιαφορώντας για το μακροπρόθεσμο συμφέρον του τόπου. Ετσι π.χ. παρέχεται στους αγρότες νερό για άρδευση σχεδόν δωρεάν, με αποτέλεσμα την αλόγιστη χρήση του, τη διαρκή πτώση του υδροφόρου ορίζοντα και την υφαλμύρωση των καλλιεργήσιμων εδαφών, τα οποία θα καταστούν τελικά άχρηστα. Ή ακόμα παραμελούνται τα μέσα μαζικής μεταφοράς και μειώνεται η φορολόγηση των ΙΧ, ενώ ταυτόχρονα παραμένει σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα σε σύγκριση με τα άλλα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης η φορολόγηση καυσίμων. Η συνέπεια είναι να γεμίζουν οι δρόμοι από πολυτελή αυτοκίνητα μεγάλου κυβισμού, να επιδεινώνεται η ατμοσφαιρική ρύπανση και να παραπαίει η εθνική οικονομία κάτω από το υπέρμετρο βάρος του κόστους εισαγωγής οχημάτων και καυσίμων. Εξάλλου, η εκάστοτε αντιπολίτευση όχι μόνο δεν προσπαθεί καν να αναδείξει τις ζοφερές επιπτώσεις που θα έχει αυτή η κοντόφθαλμη πολιτική για το μέλλον μας, αλλά επιδίδεται συνήθως σε υποσχέσεις παροχών παρόμοιας «φιλοσοφίας».
Οι κύριοι ένοχοι είναι, βέβαια, τα δύο κόμματα εξουσίας και το επικοινωνιακό σύστημα που τα στηρίζει, με αμοιβαία κέρδη. Ο ρόλος και η συμπεριφορά τους προς τον κυρίαρχο σήμερα λαό μοιάζει με τον ρόλο και τη συμπεριφορά των αυλοκολάκων προηγούμενων αιώνων προς τον κυρίαρχο τότε μονάρχη. Ολοι αυτοί (κόμματα και ΜΜΕ σήμερα, αυλικοί στο παρελθόν) αποκρύπτουν συστηματικά από τον κυρίαρχο (λαό τώρα, μονάρχη τότε) την πραγματικότητα, με στόχο να γίνονται αρεστοί και να νέμονται την εξουσία, με τα πολλά και ποικίλα ωφελήματά της. Κανείς τους δεν σκέφτεται ότι θα φτάσει κάποτε η ώρα να πληρωθεί ο λογαριασμός.
Η ιστορική εμπειρία αποδεικνύει πως όταν αυτός που παραπλανήθηκε ήταν ένα πρόσωπο (μονάρχης), τότε ο «λογαριασμός» για το πρόσωπο αυτό ήταν συνήθως η απώλεια της εξουσίας και της ίδιας της ζωής του. Οταν αυτός που παραπλανήθηκε ήταν μια ολόκληρη κοινωνία, τότε ο «λογαριασμός» ήταν η κατάρρευση της οικονομίας, η δραματική επιδείνωση του βιοτικού επιπέδου και συχνά η μετάβαση σε αυταρχικότερες μορφές διακυβέρνησης. Η χώρα χρειάζεται συνολική αλλαγή πορείας, πριν να είναι πολύ αργά.