23/9/09

ΤΑ ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΕΚΛΟΓΙΚΗΣ ΕΠΙΛΟΓΗΣ
Χαράλαμπος Ανθόπουλος
Εφημερίδα "ΕΘΝΟΣ", 23.9.2009

Η στρατηγική της Νέας Δημοκρατίας για τις εκλογές της 4ης Οκτωβρίου εξαντλείται βασικά στην επιδίωξη να πεισθεί το εκλογικό σώμα ότι το πολιτικό πρόγραμμα του ΠΑΣΟΚ είναι αόριστο και ανεφάρμοστο.
Άλλωστε δύσκολα θα μπορούσε να υπάρξει από την πλευρά του κυβερνώντος κόμματος μια άλλη στρατηγική για την απόσπαση της ψήφου των πολιτών, αφού δεν έχει να επικαλεσθεί κάποια θετικά πεπραγμένα, για τα οποία θα άξιζε να λάβει μια νέα εντολή από το εκλογικό σώμα. Ωστόσο, όπως όλα δείχνουν, η μάχη των εκλογών της 4ης Οκτωβρίου δεν θα κριθεί με βάση την πολιτική που διακηρύσσει η Νέα Δημοκρατία ή το ΠΑΣΟΚ κατά την προεκλογική εκστρατεία, αλλά με βάση το προηγούμενο κυβερνητικό έργο της Νέας Δημοκρατίας, το οποίο είναι το μόνο δεδομένο που μπορούν με βεβαιότητα να αξιολογήσουν οι πολίτες-εκλογείς. Εξάλλου είναι αμφίβολο αν τα πολιτικά προγράμματα παίζουν καθοριστικό ρόλο στον εκλογικό ανταγωνισμό. Όχι μόνο επειδή οι πολίτες δεν μπορούν εύκολα, ούτε έχουν τον χρόνο ή το ενδιαφέρον να εκτιμήσουν τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα που έχουν γι’ αυτούς τα πολιτικά προγράμματα των κομμάτων, αλλά κυρίως διότι έχει καταστεί πλέον πολύ δύσκολο, σε μια εποχή που οι κυβερνήσεις καλούνται καθημερινά να διαχειρίζονται κρίσεις κάθε είδους, να υπάρξει ένα προκαθορισμένο και αμετάβλητο πολιτικό πρόγραμμα.
Έτσι, τελικά, η ψήφος στις γενικές βουλευτικές εκλογές, ιδίως στα δικομματικά πολιτικά συστήματα, δεν εμπεριέχει τόσο έναν προληπτικό «υπολογισμό» του ψηφοφόρου για τη μελλοντική του ωφέλεια από την πολιτική της επόμενης κυβέρνησης όσο μια αναδρομική «κρίση» για το έργο της προηγούμενης κυβέρνησης. Αν η κρίση αυτή είναι αρνητική, ένας σημαντικός αριθμός ψηφοφόρων μετακινείται από το κυβερνών κόμμα στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης και αυτό αρκεί συνήθως για να του δώσει την εκλογική νίκη.
Απ’ ό,τι φαίνεται, αυτό που θα μετρήσει περισσότερο στις εκλογές της 4ης Οκτωβρίου είναι το διάχυτο αίσθημα στην ελληνική κοινωνία -το οποίο καταγράφεται στις δημοσκοπήσεις, αλλά θα μπορούσε να γίνει αντιληπτό και χωρίς αυτές- ότι η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας αποδείχθηκε αναποτελεσματική σε όλα τα πεδία των δημοσίων πολιτικών και ιδίως στη διαχείριση των κρίσεων που έχουν πλέον καταστεί στοιχείο της καθημερινότητας, και εκτός αυτού ότι δεν μπόρεσε ή δεν θέλησε να γίνει κυβέρνηση όλων των πολιτών, δηλαδή αποδείχθηκε ανίκανη να υπηρετήσει το γενικό συμφέρον.
Αυτό το τελευταίο είναι ίσως και το πιο καθοριστικό για την έκβαση της εκλογικής αναμέτρησης. Επί των ημερών της Νέας Δημοκρατίας, η οποία είχε υποσχεθεί, μεταξύ άλλων, και την «επανίδρυση του κράτους», ζήσαμε την αποθέωση του «κομματικού κράτους», το οποίο σε αυτό το ανώτερο και τελευταίο στάδιό του λειτούργησε ως ένα κλειστό κύκλωμα προνομίων προς όφελος όχι τόσο των ψηφοφόρων του κυβερνώντος κόμματος όσο μιας στενής ομάδας κυβερνητικών και κρατικών αξιωματούχων, καθώς και των ακολούθων τους, των φίλων τους και των συγγενών τους. Έτσι, αυτό που ιδιωτικοποιήθηκε επί των ημερών της Νέας Δημοκρατίας δεν ήταν το κράτος, αλλά η πολιτική.