19/10/08

ΥΠΟΥΡΓΟΙ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΕΝΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ;
Γιώργος Σωτηρέλης
Εφημερίδα "Βήμα της Κυριακής", 19.10.08

Το σημαντικότερο κατά την άποψή μας ερώτημα, με αφορμή το σκάνδαλο της Μονής Βατοπαιδίου, είναι το ακόλουθο: τελικά, μήπως έχουμε υπουργούς περιορισμένης ευθύνης, τόσο σε πολιτικό όσο και σε ποινικό επίπεδο;

Ως προς την πολιτική ευθύνη, η απάντηση είναι δυστυχώς θετική: Διότι τι άλλο θα έπρεπε να συμβεί για να παραιτηθούν οι υπουργοί που εμπλέκονται -άμεσα ή έμμεσα- στο σκάνδαλο της «ανταλλαγής»; Αλλά και τι περισσότερο από την παραίτηση δύο θαρραλέων εισαγγελέων, που καταγγέλλουν παρεμβάσεις στο έργο τους, θα συνιστούσε λόγο παραίτησης του αρμόδιου υπουργού, που φέρει, ακέραια, την πολιτική ευθύνη; Εν προκειμένω, μάλιστα, η ευθύνη του δεν είναι μόνον αντικειμενική -όπως πχ συνέβη με παραιτηθέντες υπουργούς στην υπόθεση Οτσαλάν- αλλά και υποκειμενική (διότι είναι προφανές, από την έως τώρα πολιτεία του, ότι αντιλαμβάνεται τον ρόλο του απλώς σαν ιμάντα μεταβίβασης κυβερνητικών εντολών στην δικαιοσύνη, βρίσκοντας δυστυχώς ευήκοα ώτα…). Την ευθύνη δε αυτήν δεν μπορεί να αποσείσει οχυρούμενος πίσω από αστεία επιχειρήματα -όπως το ότι πρόκειται απλώς για εσωτερικό θέμα της δικαιοσύνης…- διότι το μόνο που καταφέρνει είναι να προσβάλλει την κοινή λογική.

Ως προς την ποινική ευθύνη, το πρόβλημα είναι περισσότερο σύνθετο, διότι δεν αφορά μόνον το δέον γενέσθαι με βάση τα σημερινά δεδομένα αλλά αγγίζει και την ίδια την σκοπιμότητα ύπαρξης του ειδικού καθεστώτος των υπουργών. Ειδικότερα:

Α. Για τις συγκεκριμένες ποινικές ευθύνες θα ήθελα απλώς να επισημάνω ότι το δίλημμα «εξεταστική ή προανακριτική;» είναι γενικώς μεν ψευτοδίλημμα ειδικώς δε, σε ό,τι αφορά την κυβέρνηση, απλή υπεκφυγή. Σήμερα, τα δεδομένα είναι δύο:
α) ότι εντοπίζονται συγκεκριμένες ποινικές ευθύνες, από τον κ. Σανιδά, παρά την απέλπιδα προσπάθειά του να απαλλάξει προκαταβολικά τους υπουργούς… και
β) ότι οι παραιτηθέντες εισαγγελείς εντόπισαν συγκεκριμένα στοιχεία τα οποία συνδέουν τα αδικήματα με μέλη της κυβέρνησης.
Ως εκ τούτου, εκείνο που προέχει είναι αφενός να διαβιβασθεί ο φάκελος «αμελλητί» στη Βουλή, κατά το Σύνταγμα, και αφετέρου να συσταθεί ως τάχιστα η ειδική επιτροπή του άρθρου 86 («προανακριτική») προκειμένου ολοκληρωθούν εμπρόθεσμα (μέσα στην παρούσα σύνοδο της Βουλής) τόσο η διεξαγωγή προκαταρκτικής εξέτασης και η υποβολή σχετικού πορίσματος όσο και η λήψη απόφασης για την άσκηση ή μη δίωξης. Από εκεί και πέρα, είναι προφανές ότι απομένουν ανοικτά πολλά πολιτικά ζητήματα –με αντίστοιχες πολιτικές ευθύνες– που μπορούν και επιβάλλεται να διερευνηθούν σε βάθος. Προς αυτήν την κατεύθυνση μπορεί να συμβάλει, μεταξύ άλλων, και η σύσταση εξεταστικής επιτροπής, με την εξής ωστόσο επισήμανση: η εξεταστική επιτροπή είναι μέσο κοινοβουλευτικού ελέγχου, ο οποίος ως γνωστόν ασκείται από την Βουλή προς την κυβέρνηση και όχι από την κυβέρνηση προς τον εαυτό της. Η γελοιοποίηση των θεσμών έχει και τα όριά της…

Β. Πέρα ωστόσο από την διαχείριση της συγκυρίας, είναι διάχυτος και ένας γενικότερος προβληματισμός, που συνοψίζεται στο ερώτημα: γιατί οι υπουργοί να διώκονται ποινικά με διαφορετικό τρόπο από ό,τι οι κοινοί θνητοί; Ο προβληματισμός αυτός έχει κάποια βάση, πλην όμως απαιτείται ιδιαίτερη προσοχή προκειμένου να μην παρεκτραπεί σε μια ακόμη εκδήλωση θεσμικού λαϊκισμού. Ο θεσμός της ποινικής ευθύνης των υπουργών έχει καθιερωθεί ιστορικά για συγκεκριμένους λόγους, οι οποίοι εν πολλοίς ισχύουν ακόμη, και μάλιστα ειδικά για την ελληνική πραγματικότητα. Σε μια χώρα όπου ανθεί η δικομανία, ο εντυπωσιασμός και η εύκολη κατηγορία, μια πλήρης κατάργηση του ισχύοντος ειδικού καθεστώτος θα μπορούσε να οδηγήσει στον εγκλωβισμό της μεν πολιτικής ζωής σε συνεχείς και ατέρμονες δικαστικές διαμάχες των δε υπουργών σε μια ιδιότυπη ομηρία.
Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι το σημερινό καθεστώς είναι ικανοποιητικό. Κάθε άλλο μάλιστα. Η προβλεπόμενη διαδικασία είναι μάλλον πολυτελής και σε κάθε περίπτωση χρονοβόρα και εκτεθειμένη σε υπόνοιες για πολιτικές σκοπιμότητες, ενώ η παράλληλη συνύπαρξη της αποσβεστικής προθεσμίας για την άσκηση δίωξης από τη Βουλή και της παραγραφής, που προβλέπει ο νόμος περί ευθύνης υπουργών, όχι μόνον είναι αδικαιολόγητη αλλά και αφήνει μεγάλα περιθώρια ατιμωρησίας (η οποία ευλόγως κλονίζει συνθέμελα το κύρος του θεσμού). Υπό αυτό το πρίσμα απαιτούνται, κατά την άποψή μου, ορισμένες ριζικές τροποποιήσεις, όπως:
α) Η πλήρης απεμπλοκή της Βουλής από την σχετική προανακριτική διαδικασία, με την ανάθεση της αρμοδιότητας για την άσκηση δίωξης στην Ολομέλεια Εφετών Αθηνών. Η σχετική απόφαση θα μπορούσε να λαμβάνεται μετά από την υποβολή σχετικού πορίσματος από (δύο ή τρεις) εισαγγελείς εφετών, οι οποίοι θα ορίζονται με κλήρωση στην αρχή κάθε βουλευτικής περιόδου (μαζί με τους αναπληρωτές τους) και θα διεξάγουν την προκαταρκτική εξέταση κάθε φορά που ανακύπτει εμπλοκή πολιτικών προσώπων. Η διαδικασία αυτή είναι συντομότερη ενώ παράλληλα παρέχει τις ασφαλιστικές δικλείδες για να μην ασκούνται αδικαιολόγητες ή καταχρηστικές διώξεις.
β) Η κατάργηση της σημερινής αποσβεστικής προθεσμίας (δεύτερη σύνοδος της επόμενης βουλευτικής περιόδου από αυτήν που τελέσθηκε το αδίκημα) και χρονική επέκταση της σήμερα ισχύουσας παραγραφής κατά 5 χρόνια (δηλαδή 10 χρόνια -αντί για 5- με τις σήμερα προβλεπόμενες αναστολές, και 15 -αντί για 10- σε κάθε περίπτωση).