19/7/09

ΜΗΝ ΚΑΝΕΤΕ ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ "ΠΕΡΙΓΕΛΟ"
Δημήτρης Τσάτσος
Συνέντευξη στον Κωνσταντίνο Ζούλα
Εφημερίδα "Καθημερινή", 19.7.2009

Αν το ΠΑΣΟΚ χρησιμοποιήσει τον Μάρτιο την προεδρική εκλογή για να ρίξει την κυβέρνηση και ψηφίσει εκ των υστέρων τον κ. Κάρολο Παπούλια, θα καταστήσει «ερμηνευτικό περίγελο» το Σύνταγμα, καθώς θα έχει «εξόφθαλμα περιφρονήσει το βαθύτερο νόημά του», υπογραμμίζει σήμερα ο κορυφαίος Συνταγματολόγος κ. Δημήτρης Τσάτσος. Στην βαρύνουσα συνέντευξή του, ο διακεκριμένος καθηγητής και δύο φορές επικεφαλής των ευρωβουλευτών του ΠΑΣΟΚ, καταρρίπτει και το πολιτικό επιχείρημα του κ. Γιώργου Παπανδρέου ότι θα προκαλέσει εθνικές εκλογές για το συμφέρον της χώρας. «Η επίκληση του εθνικού συμφέροντος δεν μπορεί να εκτοπίσει τις πρόνοιες του Συνταγματικού νομοθέτη που, ούτως ή άλλως, το προσδιορίζουν και το προστατεύουν», επισημαίνει και συνιστά στον κ. Κάρολο Παπούλια «να αρνηθεί την «εργαλειοποίησή» του ως «σκεύος» τεχνάσματος για τη διεξαγωγή πρόωρων εκλογών», προκειμένου να διαφυλάξει το κύρος του Συντάγματος.

Κύριε καθηγητά υπήρξατε πάντοτε πολέμιος του Συνταγματικού άρθρου 32 § 4 που προβλέπει τη διάλυση της Βουλής και τη διεξαγωγή πρόωρων εθνικών εκλογών, αν δεν συγκεντρωθεί ο απαιτούμενος αριθμός ψήφων για την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας. Το ΠΑΣΟΚ έχει προαναγγείλει ότι θα κάνει χρήση του επίμαχου άρθρου τον προσεχή Μάρτιο και θα ’θελα να μου πείτε αν εμμένετε στη θέση σας.

– Εχω σε ανύποπτο χρόνο υποστηρίξει ότι το να διακόπτεται ο βίος μιας δημοκρατικά εκλεγμένης Βουλής λόγω μη εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας είναι ρύθμιση ατυχέστατη και όχι πολύ κοντά στη δημοκρατική αρχή. Η θέση μου αυτή είναι πάγια και δεν θέτω θέμα συνταγματικότητας της εν λόγω ρύθμισης, καθώς το αν υφίστανται «αντισυνταγματικές διατάξεις του Συντάγματος» ανέκαθεν υπήρξε μεγάλο ζήτημα στη θεωρία του κλάδου μας. Η θέση μου αφορά καθεαυτή τη ρύθμιση η οποία μπορεί να μετατραπεί σε «εργαλείο» διεξαγωγής πρόωρων βουλευτικών εκλογών, κάτι που δεν ανταποκρίνεται στο βαθύτερο, αλλά σαφές νόημα του εν λόγω άρθρου. Θα παρατηρούσα μάλιστα ότι μια τέτοια επιλογή δεν μπορεί να χρεωθεί σε όλη τη Βουλή. Θα χρεωθεί μόνο στο κόμμα ή στα κόμματα, τα οποία τυχόν θα δήλωναν ότι η στάση τους στην εκλογή Προέδρου αποβλέπει στη διεξαγωγή βουλευτικών εκλογών.

Υπονοείτε, δηλαδή, ότι αν κάνει χρήση του επίμαχου άρθρου η αξιωματική αντιπολίτευση, θα έχει προβεί σε θεσμική εκτροπή, όπως υποστήριξε προσφάτως και ο συνάδελφός σας συνταγματολόγος κ. Γιώργος Κασιμάτης;


– Δεν έχω συμπάθεια στη λέξη «εκτροπή». Θα εμμείνω στην πάγια θέση μου, επιχειρώντας να την εξηγήσω και στους αναγνώστες σας που δεν έχουν βαθύτερες νομικές γνώσεις. Η περίπτωση της έκτακτης διάλυσης της Βουλής στο άρθρο 32 προβλέπεται από το Σύνταγμα στην περίπτωση εκείνη και μόνον που διαπιστώνεται πραγματική αδυναμία συμφωνίας της αυξημένης πλειοψηφίας της Βουλής στο πρόσωπο ενός των υποδεικνυομένων υποψηφίων. Ο διακεκριμένος συνάδελφος κ. Κασιμάτης, ορθώς επεσήμανε (σ.σ.: την προηγούμενη Κυριακή στο «Παρόν») ότι τα μόνα θεμιτά κριτήρια της στάσης ενός κόμματος στην εκλογή Προέδρου είναι τα «κριτήρια που αφορούν την προσωπικότητα και την πολιτική καταλληλότητα του υποψηφίου». Για να γίνω δε ακόμη σαφέστερος, θα σας έλεγα ότι το εν λόγω άρθρο του Συντάγματος δεν θέτει την προεδρική εκλογή ως εργαλείο στη διάθεση εκείνων που θέλουν, για λόγους άσχετους με το πρόσωπο του υποψήφιου Προέδρου, να επιτύχουν βουλευτικές εκλογές. Το νόημα του εν λόγω άρθρου είναι το ακριβώς αντίθετο. Οι πρόωρες εκλογές είναι αυτές που τίθενται στη διάθεση μιας προεδρικής εκλογής ως ultimum remedium. Δηλαδή, ως «έσχατο μέσο λύσης». Για τον λόγο αυτόν, θεωρώ κρίσιμη και σωστή και την παρατήρηση του κ. Κασιμάτη ότι το Σύνταγμα προσδιορίζει περιοριστικά τις περιπτώσεις πρόωρων εκλογών.

Η αξιωματική αντιπολίτευση, ωστόσο, επικαλείται ως κεντρικό επιχείρημά της για την εσπευσμένη πρόκληση εκλογών τον Μάρτιο, το εθνικό συμφέρον της χώρας…


– Δεν αμφισβητώ το εθνικό κίνητρο σε κανένα κόμμα και πολύ περισσότερο στο ιστορικό κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Ομως, η επίκληση του εθνικού συμφέροντος δεν μπορεί να εκτοπίσει το προφανές νόημα του Συντάγματος, πόσω μάλλον τις πρόνοιες του συνταγματικού νομοθέτη που, ούτως ή άλλως, προσδιορίζουν και προστατεύουν το εθνικό συμφέρον.

Από τις απαντήσεις σας αντιλαμβάνομαι ότι θα θεωρούσατε συνταγματικά και θεσμικά δόκιμη μόνον την περίπτωση που το ΠΑΣΟΚ πρότεινε για πρόεδρο κάποιο άλλο πρόσωπο και όχι τον κ. Καρ. Παπούλια.

– Καίτοι με προκαλείτε, θα αποφύγω να μπω στην τρέχουσα πολιτική συγκυρία, καθώς η θέση μου, όπως σας είπα, είναι πάγια, θεσμική και, νομίζω, σαφέστατη. Προφανώς ένα κόμμα μπορεί να ματαιώσει μια προεδρική εκλογή. Μπορεί να το πράξει είτε απορρίπτοντας τον υποδεικνυόμενο, από τα άλλα κόμματα, πρόεδρο, είτε και προτείνοντας κάποιο άλλο πρόσωπο. Τότε η διάλυση της Βουλής θα έχει προκύψει για λόγους που εμπίπτουν στο νόημα του Συντάγματος. Οταν όμως εκ των προτέρων δηλώσει ότι αρχικώς δεν θα ψηφίσει τον υποδεικνυόμενο από τα άλλα κόμματα πρόεδρο, για να προκληθούν εκλογές, και μετά την επίτευξη του στόχου του θα τον ψηφίσει τότε μια σοβαρή ρύθμιση του Συντάγματος γίνεται ερμηνευτικός περίγελος, καθώς περιφρονείται εξόφθαλμα το βαθύτερο νόημά της. Εξυπακούεται, δε, ότι αν το ίδιο κόμμα ενεργήσει έτσι, χωρίς να το δηλώσει, τότε είναι θέμα πειστικότητας της εξήγησης που θα δώσει στο τέλος.

Υπάρχουν νομικές συνέπειες σε μια τέτοια περίπτωση;

– Κυρώσεις δεν προβλέπονται και ευτυχώς δεν έχουμε συνταγματικό δικαστήριο. Ομως, αν η «κοινή γνώμη» ή η «κοινωνική συνείδηση» αντιληφθεί το ερμηνευτικά παραποιητικό τέχνασμα, θα το καταγράψει. Και αυτό δεν είναι λίγο. Η καταγραφή αυτή αποτελεί ιστορικοπολιτική κύρωση. Η σημασία της ιστορικοπολιτικής κύρωσης είναι, βέβαια, μόνον τόση, όσος και ο εν τόπω και χρόνω πολιτικός πολιτισμός. Το κύρος και η ισχύς του δικαίου, ιδιαίτερα του Συντάγματος, δεν εξαρτάται από τον εξαναγκασμό ως μορφή κύρωσης αλλά από τη θέση που έχουν οι θεσμοί στη συνείδηση των πολιτών.

Αν, παρά ταύτα, η αξιωματική αντιπολίτευση εμμείνει στη διακηρυγμένη θέση της;

– Θέλω να ελπίζω πως κάτι τέτοιο δεν θα συμβεί. Αν συμβεί, όμως, νομικά δεν μπορεί κανείς να παρέμβει.

Με την τροπή, πάντως, που έχουν λάβει τα πράγματα, η διαστρέβλωση του συνταγματικού πνεύματος, όπως την περιγράφετε, φαντάζει αναπόφευκτη…

– Οχι αναγκαία. Θα μπορούσε κανείς να σκεφτεί κι ένα ακόμη ενδεχόμενο: Ο υποψήφιος Πρόεδρος να αρνηθεί την «εργαλειοποίησή» του ως «σκεύος» τεχνάσματος για τη διεξαγωγή πρόωρων εκλογών. Σε μια τέτοια περίπτωση, μπορεί να αρνηθεί την έτσι σχεδιασμένη υποψηφιότητά του. Βέβαια, μπορεί να βρεθεί νέος πρόθυμος να παίξει τον ρόλο του εργαλείου. Αλλά και σε αυτή την περίπτωση, η άρνηση του πρώτου θα έχει βαρύνουσα συνέπεια στο πεδίο του πολιτικού πολιτισμού. Και επιτρέψτε μου μια τελευταία παρατήρηση: Πρέπει να γίνει στη χώρα μας επιτέλους αντιληπτό ότι η παραβίαση του Συντάγματος, όπως στο θέμα που συζητάμε, δεν παύει να είναι καταδικαστέα παραβίαση επειδή μπορεί να συντελεστεί «ανενόχλητα» μιας που ούτε προβλέπονται ούτε θα μπορούσαν να προβλέπονται νομικές κυρώσεις. Η κοινωνικοπολιτική μομφή σε μια Δημοκρατία πρέπει να έχει τη σημασία της και να τη λαμβάνουν υπόψη τα μέλη του πολιτικού προσωπικού.