27/11/08

ΚΡΙΣΗ ΕΜΠΙΣΤΟΣΥΝΗΣ
Ναπολέων Μαραβέγιας
Εφημερίδα "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ" (The Economist), 27.11.2008

Η χρηματοπιστωτική κρίση, η οποία αρχικά οφείλεται στην «απληστία» του αμερικανικού χρηματοπιστωτικού συστήματος και στην αδυναμία ελέγχου από τις εποπτικές αρχές, επεκτάθηκε σ’ ολόκληρο τον κόσμο ως κρίση εμπιστοσύνης στις χρηματοπιστωτικές αγορές και κατέληξε ως κρίση της πραγματικής οικονομίας. Η κρίση αυτή εκδηλώνεται ήδη ως μείωση της ζήτησης σε πολλές χώρες (λόγω της μείωσης της ρευστότητας ) με αποτέλεσμα τη μείωση της παραγωγής και την αύξηση της ανεργίας. Η κρίση δηλαδή έχει όλα τα χαρακτηριστικά της ύφεσης της οικονομικής δραστηριότητας παγκοσμίως.
Σε ένα πρώτο στάδιο η χρηματοπιστωτική κρίση αντιμετωπίζεται με παροχή εγγυήσεων από το κράτος προκειμένου να μην καταρρεύσουν τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. Η δημόσια αυτή παρέμβαση στοχεύει άμεσα στην αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στις αγορές ενώ μεσοπρόθεσμα επιδιώκει μεγαλύτερο έλεγχο και εποπτεία του χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Σε ένα δεύτερο στάδιο η κρίση της πραγματικής οικονομίας αντιμετωπίζεται με αύξηση της ρευστότητας προκειμένου να αντιμετωπισθεί η μείωση της ζήτησης και να περιορισθεί η μείωση της παραγωγής και η αύξηση της ανεργίας. Η αύξηση της ρευστότητας επιδιώκεται είτε με μείωση των επιτοκίων είτε με άμεση παροχή κεφαλαίων από το κράτος προς το χρηματοπιστωτικό σύστημα που συνοδεύονται με αύξηση των ελέγχων, προκειμένου να διευκολυνθεί η τραπεζική χρηματοδότηση προς τις επιχειρήσεις και τους καταναλωτές.
Η αναγκαστική κρατική αυτή παρέμβαση ξαναφέρνει στην επικαιρότητα τον Κέϋνς και προσφέρει μια ανέλπιστη ευκαιρία στη σοσιαλδημοκρατική άποψη για την οικονομική πολιτική να κερδίσει οπαδούς και στους σοσιαλδημοκράτες να κατηγορήσουν δικαίως τους νέο-φιλελεύθερους ότι με την κυριαρχία της πολιτικής τους τα τελευταία 30 χρόνια το καπιταλιστικό σύστημα οδηγήθηκε σε κρίση παρόμοια με την κρίση του 1929. Από την άλλη πλευρά υποστηρίζεται και η άποψη ότι το κράτος κακώς στηρίζει το χρηματοπιστωτικό σύστημα με δημόσιους πόρους που προέρχονται από την φορολογία των πολιτών, οι οποίοι καθόλου δεν ευθύνονται για την κρίση.
Ταυτόχρονα διατυπώνονται σκέψεις ότι πέρα από την δημόσια στήριξη των τραπεζών χρειάζονται άμεση στήριξη και άλλοι κλάδοι της οικονομίας που κινδυνεύουν με κατάρρευση λόγω μείωσης της ζήτησης. Επίσης, κερδίζουν έδαφος και απόψεις περί άμεσης στήριξης των χαμηλότερων εισοδηματικών στρωμάτων με μέτρα κοινωνικής πολιτικής και μείωση της φορολογίας στα μικρά και μεσαία εισοδήματα, προκειμένου να αντιμετωπίσουν την οικονομική κρίση χωρίς ωστόσο να υποδεικνύεται και εναλλακτικός τρόπος άντλησης δημοσίων πόρων για να αντιμετωπισθούν οι αυξημένες δημόσιες δαπάνες.
Είναι προφανές ότι η ελληνική οικονομία δεν μπορούσε να μην επηρεαστεί από την παγκόσμια αυτή κρίση, ευτυχώς όμως πολύ λιγότερο από ότι χώρες παρόμοιου επιπέδου ανάπτυξης χάρις στη συμμετοχή της στην Ευρωζώνη. Έχει δοθεί η εντύπωση ότι το ελληνικό χρηματοπιστωτικό σύστημα δεν υπέστη σοβαρές απώλειες από την κρίση του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος διότι δεν είχε ακολουθήσει τις αμερικανικές «πρακτικές». Όμως αυτό δεν σημαίνει ότι δεν επλήγη από τη μείωση της ρευστότητας διεθνώς με αποτέλεσμα και το ελληνικό τραπεζικό σύστημα να μειώσει τη χρηματοδότηση προς τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά αυξάνοντας ταυτόχρονα τα επιτόκια . Έτσι, οι μικρομεσαίες κυρίως επιχειρήσεις έχουν ήδη προβλήματα ενώ η μείωση της καταναλωτικής πίστης και των στεγαστικών δανείων πλήττει άμεσα τη ζήτηση των νοικοκυριών. Συνεπώς η παραγωγή των ελληνικών κυρίως κατασκευαστικών επιχειρήσεων και βέβαια οι εισαγωγές είναι επόμενο ότι θα μειωθούν άμεσα.
Η μείωση της κατασκευαστικής δραστηριότητας στις οικοδομές είναι ήδη ορατή και ενδέχεται να ενταθεί στο άμεσο μέλλον, ενώ η μείωση του διεθνούς τουρισμού αναμένεται θεαματική με προφανή αποτελέσματα στην οικονομία συνολικά αλλά και στις τοπικές οικονομίες που κυρίως βασίζονται στον τουρισμό (ελληνικά νησιά και όχι μόνο). Ακόμη, είναι γνωστό ότι η ελληνική ναυτιλία στηρίζεται στις διεθνείς μεταφορές, οι οποίες ήδη υφίστανται σοβαρό πλήγμα λόγω της διεθνούς ύφεσης. Επίσης, η ελληνική γεωργία, που λόγω της αύξησης των διεθνών τιμών των βασικών αγροτικών προϊόντων τον περασμένο χρόνο είχε αυξήσει την παραγωγή της, υφίσταται τις συνέπειες της διεθνούς ύφεσης με απότομη μείωση αυτών των τιμών των δημητριακών κατά 50% μέσα σε μερικούς μήνες.(Ανάλογη με αυτή του πετρελαίου) Τέλος, συνολικά οι ελληνικές εξαγωγές που με δυσκολία καλύπτουν το 25% των εισαγωγών μας, θα υποστούν και αυτές πλήγμα από τη διεθνή ύφεση.
Είναι προφανές, ότι η διάρκεια και η ένταση της κρίσης είναι δύσκολο να προβλεφθεί. Έτσι, η συζήτηση στρέφεται περισσότερο προς τους τρόπους με τους οποίους μπορεί να αντιμετωπισθεί η κατάσταση. Πέρα από όσα γενικά αναφέρθηκαν σχετικά με τους τρόπους αντιμετώπισης της διεθνούς κρίσης, τα οποία ισχύουν και για την Ελλάδα,(η οποία παρά τους υψηλούς ρυθμούς μεγέθυνσης έχει σοβαρές διαρθρωτικές αδυναμίες και μεγάλο ποσοστό ανεργίας) εκείνο που θα έπρεπε να προστεθεί είναι, ότι η σημερινή κρίση μπορεί να είναι μια ευκαιρία για να επανεξετάσουμε την οικονομική μας πολιτική, να βελτιώσουμε την κοινωνική μας πολιτική και να αυξήσουμε τις επενδύσεις κυρίως σε ανθρώπινο κεφάλαιο δηλ. στην εκπαίδευση και στην έρευνα, προκειμένου η ελληνική οικονομία να γίνει περισσότερο παραγωγική. Να στηρίζεται δηλαδή λιγότερο στον τουρισμό και τις κατασκευές κατοικιών και περισσότερο στην παραγωγή προϊόντων διεθνώς ανταγωνιστικών, έτσι ώστε να είναι λιγότερο ευάλωτη στις διεθνείς κρίσεις.