6/10/08

Η ΣΙΩΠΗ ΤΩΝ ΑΜΝΩΝ
Κώστας Χρυσόγονος
Εφημερίδα "ΕΘΝΟΣ", 6.10.2008

Η Νέα Δημοκρατία κέρδισε, ή μάλλον υπέκλεψε, με οριακή κοινοβουλευτική πλειοψηφία στις εκλογές του 2007, παρά τη μείωση του ποσοστού των ψήφων της σε σχέση με το 2004, εκμεταλλευόμενη την πολιτική αφασία στην οποία έχει περιέλθει το ΠΑΣΟΚ, εξαιτίας κυρίως των αδυναμιών της ηγεσίας του. Λογικά θα περίμενε κανείς ότι το οριακό αυτό μέγεθος των 152 βουλευτών θα καθιστούσε την κυβέρνηση προσεκτικότερη, ιδίως σε θέματα πολιτικής ηθικής και διαχείρισης του δημόσιου χρήματος (όπου είχε σημειώσει αρνητική επίδοση την προηγούμενη τριετία, μεταξύ άλλων με τα σκάνδαλα των «κουμπάρων» και των ομολόγων), και το κυβερνών κόμμα δημοκρατικότερο, ή τουλάχιστον ανεκτικότερο απέναντι σε διαφωνούντες, για τον έναν ή τον άλλο λόγο, βουλευτές του.
Αντί γι αυτό γινόμαστε όμως τις τελευταίες εβδομάδες και μέρες μάρτυρες ενός θεάτρου του παραλόγου, όπου μετά την αποκάλυψη νέων και σοβαρότερων σκανδάλων, όπως της Siemens και του Βατοπεδίου, καθώς και του προκλητικού πλουτισμού υπουργών του, ο πρωθυπουργός όχι μόνο δεν προχωρεί σε διορθωτικές κινήσεις, έστω για να σώσει τα προσχήματα, αλλά και καταγγέλλει τους «αντάρτες» βουλευτές του κόμματός του και τους προκαλεί να ρίξουν την κυβέρνηση!
Το απόγειο του παραλογισμού είναι η πρόσφατη διαγραφή βουλευτή της ΝΔ, επειδή «τόλμησε» να εκφράσει δημόσια τη γνώμη του λέγοντας το προφανές, με βάση τις σχετικές δημοσκοπήσεις, ότι δηλαδή συγκεκριμένα πρόσωπα του πρωθυπουργικού περιβάλλοντος ζημιώνουν την κυβέρνηση και πρέπει ν απομακρυνθούν. Η συμπεριφορά αυτή του κληρονομικού ηγεμόνα της Νέας Δημοκρατίας θυμίζει αντίστοιχες των ομολόγων του της εποχής του Μεσαίωνα (αυτοκρατόρων, βασιλέων, φεουδαρχών κ.λπ.), οι οποίοι ενίοτε σκότωναν τους αγγελιοφόρους, όταν τους έφερναν δυσάρεστα νέα.
Εξίσου εξωφρενική είναι η δημόσια προτροπή, αν μη και απαίτηση, εκ μέρους κυβερνητικών και κομματικών στελεχών προς τον διαγραμμένο βουλευτή να παραιτηθεί από την έδρα του, σαν η τελευταία να ήταν οικογενειακή περιουσία του πρωθυπουργού και αρχηγού του κόμματος και οι βουλευτές υπάλληλοι του τελευταίου, και όχι εκλεγμένοι αντιπρόσωποι του κυρίαρχου λαού. Και τούτο μάλιστα όταν ο συγκεκριμένος βουλευτής όχι μόνο δεν ανεξαρτητοποιήθηκε με δική του πρωτοβουλία, αλλά και δηλώνει ότι εξακολουθεί να στηρίζει την κυβέρνηση και θα ψηφίζει τα νομοσχέδιά της. Αν όμως η απλή έκφραση γνώμης για επιλογές προσώπων συνιστά έγκλημα καθοσιώσεως και τιμωρείται με πολιτικό αποκεφαλισμό από τον ηγεμόνα του κόμματος, τότε δεν πρόκειται πια για κοινοβουλευτική ομάδα, αλλά για ποίμνιο αμνών.
Το μόνο που μπορεί να ελπίζει κανείς είναι ότι, με όλα αυτά τα τραγελαφικά και άκρως αντιδημοκρατικά, ο σημερινός πρωθυπουργός θα καταφέρει τελικά να ρίξει ο ίδιος την κυβέρνησή του, απαλλάσσοντας έτσι τον τόπο από την επιζήμια παρουσία της.
Ούτως ή άλλως οι αυτοδυναμίες, οριακές ή μη, μετατρέπουν τα κόμματα σε στρατούς και τη χώρα σε αντικείμενο λαφυραγώγησης γι αυτούς. Ήρθε η ώρα να δοκιμάσουμε, για μια ακόμη φορά (μετά την επώδυνη πάντως εμπειρία του 1989-1990), τις κυβερνήσεις συνεργασίας.