14/12/09

ΤΑ ΜΕΤΡΑ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ
Κώστας Χρυσόγονος
Εφημερίδα "ΕΘΝΟΣ", 14.12.2009

Η δέσμη μέτρων για τη διαφάνεια και την καταπολέμηση της διαφθοράς που προανήγγειλε την προηγούμενη εβδομάδα ο υπουργός Δικαιοσύνης περιέχει ορισμένα εντυπωσιακά στοιχεία, άξια εξέτασης και σχολιασμού.
Το πρώτο μέτρο είναι η δήμευση των περιουσιακών στοιχείων τα οποία δεν έχουν περιληφθεί στη δήλωση «πόθεν έσχες» των πολιτικών και των άλλων υπόχρεων προσώπων, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία. Πρόκειται για εξαιρετικά αυστηρή κύρωση, με αμφίβολη δυνατότητα υλοποίησης, ιδίως αν τα περιουσιακά στοιχεία (π.χ. ακίνητα ή καταθέσεις) βρίσκονται στο εξωτερικό, ενώ ακόμη και για την Ελλάδα τίθεται θέμα σε σχέση με τη συνταγματική προστασία της ιδιοκτησίας.
Ούτως ή άλλως, όμως, η πρακτική αχρήστευση του «πόθεν έσχες» δεν οφείλεται στην ηπιότητα των προβλεπόμενων κυρώσεων, αλλά στην ανυπαρξία ελεγκτικού μηχανισμού. Μένει λοιπόν να δούμε αν και πώς θα υλοποιηθούν οι γενικόλογες εξαγγελίες του αρμόδιου υπουργού περί ενίσχυσης του τελευταίου. Το πιο αποτελεσματικό θα ήταν να ιδρυθεί ειδική Ανεξάρτητη Αρχή, να εξοπλιστεί με την απαραίτητη υλικοτεχνική υποδομή και να στελεχωθεί με εξειδικευμένο προσωπικό, αλλά κάτι τέτοιο μάλλον δεν διαφαίνεται στον ορίζοντα.
Περαιτέρω, η νομοθετική πρόβλεψη της έκπτωσης από το κατεχόμενο αξίωμα όσων δημόσιων αξιωματούχων μετέχουν σε off shore εταιρείες αφενός θα είναι αντισυνταγματική αν πρόκειται για βουλευτές (αφού τα κωλύματα και τα ασυμβίβαστα γι’ αυτούς ορίζονται περιοριστικά στα άρθρα 56-57 του Συντάγματος) και αφετέρου στερείται ουσίας για τους υπουργούς, αφού ο πρωθυπουργός μπορεί να τους παύσει (άρθρο 37 παρ. 1 Συντ.) χωρίς να χρειάζεται αιτιολόγηση.
Θετικό μέτρο, από τις υπουργικές εξαγγελίες, είναι η παροχή κινήτρων (υπό μορφή της απαλλαγής τους από ποινικές κυρώσεις) σε όσους συμμετείχαν σε υποθέσεις κρατικής διαφθοράς και δίνουν πληροφορίες ικανές να οδηγήσουν στη διαλεύκανσή τους.
Το ζήτημα ωστόσο εδώ δεν είναι τόσο η έλλειψη πληροφοριών όσο μάλλον η απροθυμία ή η ατολμία της ποινικής δικαιοσύνης να αγγίξει «ευαίσθητες» υποθέσεις πολιτικής διαφθοράς.
Έτσι π.χ. στην υπόθεση Siemens υπάρχει εδώ και πολλούς μήνες απόφαση γερμανικού ποινικού δικαστηρίου (Ειρηνοδικείου Μονάχου), σύμφωνα με την οποία η εταιρεία αυτή δωροδοκούσε συστηματικά τα δύο μεγάλα ελληνικά κόμματα, με ονομαστική αναφορά στους ταμίες τους. Παρά το γεγονός ότι τούτο έλαβε ευρεία δημοσιότητα στη χώρα μας, η αρμόδια Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών ουδόλως φαίνεται να συγκινήθηκε ούτε δόθηκε οποιαδήποτε συνέχεια στο θέμα.
Το κυριότερο πρόβλημα ωστόσο είναι ότι, εκτός από το «πόθεν έσχες» των πολιτικών προσώπων, ανέλεγκτα μένουν στην πράξη και τα οικονομικά των κομμάτων. Το σχετικό νομοθετικό πλαίσιο έχει θεσπισθεί κατά τέτοιο τρόπο ώστε να μην εφαρμόζεται.
Αν το πολιτικό σύστημα επιθυμεί ειλικρινά την αυτοκάθαρσή του, τότε και ο έλεγχος των οικονομικών των κομμάτων πρέπει να ανατεθεί σε ειδική Ανεξάρτητη Αρχή ή στο Ελεγκτικό Συνέδριο, αφού άλλωστε αυτά λαμβάνουν και γενναιόδωρες κρατικές χρηματοδοτήσεις, πέρα από εταιρικές δωροδοκίες. Είναι ωστόσο αμφίβολο αν στην πραγματικότητα υφίσταται πολιτική βούληση για κάτι τέτοιο.