17/11/08

ΟΙ ΠΡΟΣΔΟΚΙΕΣ ΚΑΙ Η ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ
Κώστας Χρυσόγονος
Εφημερίδα "ΕΘΝΟΣ", 17.11.2008

Το αποτέλεσμα της προεδρικής εκλογής του Νοεμβρίου 2008 στις ΗΠΑ δημιούργησε μια αίσθηση ευφορίας σχεδόν σε όλη την υφήλιο και μεταξύ των άλλων και στη χώρα μας. Ωστόσο οι προσδοκίες που συνοδεύουν την εκλογή αυτή, για αλλαγή της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής, είναι μάλλον υπερβολικές.
Βέβαια η επικράτηση για πρώτη φορά ενός Αφροαμερικανού υποψηφίου είναι από μόνη της ιστορικό γεγονός, πολύ περισσότερο όταν αυτή γίνεται στη βάση ενός ριζοσπαστικού πολιτικού προγράμματος. Οι εξαγγελίες του προέδρου Ομπάμα, για μείωση της φορολογίας των μεσαίων και χαμηλών εισοδημάτων, και αντίστροφα μεγαλύτερη φορολόγηση των υψηλών εισοδημάτων, για βελτίωση των δημόσιων παροχών υγείας, για περιορισμό των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κ.ά., συγκροτούν μια κατά κυριολεξία προοδευτική πρόταση εξουσίας. Η υλοποίησή τους πάντως δεν εξαρτάται αποκλειστικά από τη βούληση του νέου ενοίκου του Λευκού Οίκου, αφού απαιτείται η συγκατάθεση του Κογκρέσου, ενώ η οικονομική συγκυρία είναι, ως γνωστό, ιδιαίτερα δυσμενής.
Όλα αυτά αφορούν όμως την εσωτερική πολιτική σκηνή των ΗΠΑ. Στις διεθνείς σχέσεις το περισσότερο που μπορεί να περιμένει κανείς είναι μια σχετική περιστολή της αμερικανικής επιθετικότητας, χωρίς όμως να μεταβάλλεται η βασική «λογική» της συμπεριφοράς τους, η οποία συνίσταται στη μονομερή επιβολή των συμφερόντων τους, ακόμη και με τη χρήση βίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο νέος πρόεδρος είχε αντιταχθεί το 2003 στην εισβολή στο Ιράκ, όχι επειδή αυτή παραβίαζε θεμελιώδεις κανόνες του διεθνούς δικαίου, αλλά επειδή ήταν ένας «ανόητος» πόλεμος. Δεν επρόκειτο λοιπόν για αντίθεση αρχής, αλλά για διαφωνία σκοπιμότητας. Άλλωστε και στην προεκλογική του εκστρατεία ως υποψήφιος του «Δημοκρατικού Κόμματος», δεν απέκλεισε νέους επιθετικούς πολέμους στη διάρκεια της προεδρίας του, εφόσον θίγονται τα κατά την κρίση του ζωτικά αμερικανικά συμφέροντα. Η διαφορά με την πολιτική της «ρεπουμπλικάνικης» κυβέρνησης Μπους είναι λοιπόν ποσοτική και όχι ποιοτική. Ας μην ξεχνούμε και τους εγκληματικούς βομβαρδισμούς αμάχων στη Σερβία το 1999, κατ εντολήν του «Δημοκρατικού» Κλίντον. Ένας καλύτερος κόσμος δεν μπορεί όμως να οικοδομηθεί παρά μόνο στη βάση της διεθνούς νομιμότητας και η βάση αυτή θα παραμένει σαθρή, τουλάχιστον για όσον καιρό η υπερδύναμη δίνει το κακό παράδειγμα, συμπεριφερόμενη ως αυτόκλητος διεθνής χωροφύλακας.
Σε ό,τι αφορά τα ελληνικού ενδιαφέροντος θέματα, τα περιθώρια αλλαγών είναι περιορισμένα. Η αναγνώριση της FYROM με το συνταγματικό της όνομα από τις ΗΠΑ είναι τετελεσμένο γεγονός, όπως και το σχέδιο Ανάν για την Κύπρο, οι (απαράδεκτες) προβλέψεις του οποίου θα επανέρχονται ούτως ή άλλως ως βάση των διαπραγματεύσεων. Σε όλα αυτά μια επίδειξη αμερικανικής «καλής θέλησης» ή μιας μεγαλύτερης κατανόησης των ελληνικών θέσεων θα είναι ασφαλώς χρήσιμη και ευπρόσδεκτη, αλλά το κρίσιμο ζήτημα είναι τελικά η δική μας πολιτική. Και για την αποτελεσματικότητα της τελευταίας δεν μπορούμε να είμαστε αισιόδοξοι, όσο υφίσταται το σημερινό οικογενειοκρατικό και διεφθαρμένο σύστημα εξουσίας στη χώρα μας.